Συνέντευξη στη Γιώτα Χουλιάρα
(Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στη διμηνιαία ηλεκτρονική έκδοση Ιουνίου Ιουλίου 2016 του ηλεκτρονικού περιοδικού του Geopolitics and Daily News.
Περισσότερα γι΄αυτή την έκδοση μπορείτε να βρείτε εδώ:
http://www.geopolitics.com.gr/2016/06/2016.html)
Περισσότερα γι΄αυτή την έκδοση μπορείτε να βρείτε εδώ:
http://www.geopolitics.com.gr/2016/06/2016.html)
- Παρατηρούμε ότι στη γειτονική Τουρκία, ο Ερντογάν έχει καταπατήσει ουκ ολίγες φορές τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των πολιτών ενώ ταυτόχρονα επενδύει στην «σκληρή πολιτική» προς τους εκάστοτε αντιπάλους του. Ταυτόχρονα, όμως, φαίνεται πως απολαμβάνει την υποστήριξη της πλειοψηφίας του Τουρκικού λαού. Ποιος πιστεύετε ότι είναι ο λόγος που οι πολίτες συνεχίζουν να επενδύουν στον Ταγίπ Ερντογάν;
Ζ.Τ: Οι λόγοι για τους οποίους ο Ερντογάν συνεχίζει να εκλέγεται είναι διάφοροι. Ένας από τους βασικούς λόγους είναι η οικονομία. Το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) κατάφερε να ανοικοδομήσει μια οικονομία που είχε μόλις βγει από σοβαρή κρίση (2000-2001) εντάσσοντας τη χώρα στις 20 ισχυρότερες οικονομίες του κόσμου. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη διεύρυνση της μεσαίας τάξης αλλά και μια ραγδαία οικονομική ανάπτυξη υπό τη μορφή επενδύσεων, επιχειρηματικότητας και έργων υποδομής.
Σε συνάρτηση με τη δημοκρατική εμβάθυνση των πρώτων χρόνων της διακυβέρνησής του, το ΑΚΡ κατάφερε να προσελκύσει ψήφους από διάφορα κοινωνικά και πολιτικά στρώματα. Ειδικότερα, έτυχε – και ακόμα τυγχάνει – της στήριξης ενός μεγάλου μέρους της τουρκικής κοινωνίας που έχει συντηρητικές τάσεις. Πρόκειται για το κομμάτι εκείνο της κοινωνίας που ήταν κατά κανόνα ιδεολογικο-πολιτικά καταπιεσμένο από τις ελίτ του στρατο-γραφειοκρατικού κατεστημένου το οποίο εφάρμοσε, ή μάλλον επέβαλε, ένα ιδιότυπο κοινωνικο-πολιτικό πρόγραμμα εκκοσμίκευσης και εκμοντερνισμού στα αυταρχικά πρότυπα του Μουσταφά Κεμάλ.
Όταν το ΑΚΡ και ο Ερντογάν έκαναν στροφή προς τον αυταρχισμό αναδύθηκε σταδιακά, σε γενικά πλαίσια, ένταση μεταξύ των συντηρητικών και των δημοκρατικών κοινωνικών δυνάμεων. Οι πρώτες συσπειρώθηκαν γύρω από τον Ερντογάν ενώ στις δεύτερες έλειπε η συνοχή και άρα η αποτελεσματικότητα. Η αδυναμία των αντιπολιτευτικών κομμάτων να προσελκύσουν επιτυχώς περισσότερους ψήφους σε συνάρτηση με το υψηλό εκλογικό όριο του 10% επιτρέπουν στον Ερντογάν να περιορίζει τον αριθμό των κοινοβουλευτικών δυνάμεων καθώς και να «χειραγωγεί» το εκλογικό αποτέλεσμα υπέρ του. Αυτό το καταφέρνει, μεταξύ άλλων, χρησιμοποιώντας το «εθνικιστικό χαρτί» – προσελκύοντας δηλαδή εθνικιστικές (αλλά και αναποφάσιστες) ψήφους – κεφαλαιοποιώντας κοινωνικά αισθήματα φόβου, στρεφόμενος κατά μειονοτήτων όπως είναι οι Κούρδοι ή δημιουργώντας κρίσεις στο εξωτερικό.
Αυτό του επιτρέπει να διατηρεί την εξουσία του στηριζόμενος σχεδόν αποκλειστικά σε ένα εκλογικό ποσοστό που κυμαίνεται περίπου από 40% μέχρι 50%, στα πλαίσια ενός πλειοψηφικού μοντέλου δημοκρατίας. Είναι πιθανόν, με τον ίδιο τρόπο, να επιδιώξει την επανεκλογή του σε πρόωρες εκλογές με σκοπό την αύξηση των εδρών του στο κοινοβούλιο για τη μετατροπή του πολιτειακού συστήματος σε προεδρικό με αυξημένες εξουσίες και αρμοδιότητες στον ίδιο.
- Η Μέση Ανατολή βρίσκεται σε αναταραχή καθώς η Συριακή κρίση συνεχίζεται. Πόσο επηρεάζει η κατάσταση αυτή την Κύπρο;
Ζ.Τ: Από το Λεβάντε και τη Μεσοποταμία μέχρι την Αραβική Χερσόνησο και τη Βόρειο Αφρική η περιοχή βρίσκεται σε αναβρασμό ενώ διανύει μια περίοδο εξαιρετικά ρευστών ενδοκρατικών και διακρατικών γεωπολιτικών δεδομένων. Αναπόφευκτα το περιβάλλον ασφάλειας της Ανατολικής Μεσογείου και πιο συγκεκριμένα η εσωτερική και εξωτερική πολιτική της Κύπρου επηρεάζονται άμεσα.
Εκτός από τα ευρύτερα προβλήματα ασφάλειας, όπως η τρομοκρατία και η προσφυγική κρίση, που επηρεάζουν όλα τα κράτη και τους λαούς της περιοχής, η Κύπρος είναι αντιμέτωπη με σημαντικές περιφερειακές ανακατατάξεις ισχύος. Αυτές έχουν αντίκτυπο τόσο στον προσανατολισμό της κυπριακής εξωτερικής πολιτικής όσο και στις εσωτερικές διεργασίες για επίλυση του Κυπριακού.
Οι περιφερειακές ανακατατάξεις ισχύος έχουν κατά κύριο λόγο προκληθεί από τον πολυμέτωπο πόλεμο στη Συρία και, σε μικρότερο βαθμό, τις συγκρούσεις στο Ιράκ. Κατ’ αρχάς, μέσα από αυτές τις εξελίξεις ο γεωστρατηγικός ρόλος της Τουρκίας, παρά τα διάφορα διπλωματικά και στρατηγικά αδιέξοδα που αντιμετωπίζει, έχει εκ των πραγμάτων αναβαθμιστεί. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, κρατάει στα χέρια του ένα σημαντικό γεωπολιτικό μοχλό πίεσης τον οποίο χρησιμοποιεί κατά βούληση είτε στις διαπραγματεύσεις του με την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) για το Προσφυγικό, είτε στις συνομιλίες για το μέλλον της Συρίας, είτε αναφορικά με τις γεωπολιτικές και γεωοικονομικές (βλέπε, ενεργειακές) εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο.
Στα πλαίσια των προσπαθειών για επίλυση του Κυπριακού, ο αναβαθμισμένος ρόλος της Τουρκίας δεν αξιολογείται ως ένας ιδιαίτερα καλός οιωνός. Με άλλα λόγια, η Άγκυρα βρίσκεται μάλλον σε ευνοϊκή θέση να πιέσει τόσο την τουρκοκυπριακή πλευρά όσο και διεθνείς ενδιαφερόμενους παίκτες (π.χ. Ηνωμένες Πολιτείες, ΕΕ) προς μια λύση του Κυπριακού με ετεροβαρώς ευνοϊκές για την Τουρκία πρόνοιες. Ας σημειωθεί πως αυτή η εκτίμηση δεν ακυρώνει την πιθανότητα οι διακοινοτικές συνομιλίες να είναι αποτελεσματικές. Ειρήσθω εν παρόδω, στο εσωτερικό της Τουρκίας ο συντηρητισμός και ο εθνικισμός βρίσκονται σε μια έξαρση που τροφοδοτείται από τον ίδιο τον Ερντογάν ενώ παράλληλα σχετίζεται με τις εξελίξεις στη Συρία αλλά και με την επιδείνωση του Κουρδικού. Οι προσπάθεια του Ερντογάν να κεφαλαιοποιήσει αυτές τις τάσεις για τις δικές του προσωπικές φιλοδοξίες δημιουργούν επιπλέον προβλήματα. Είναι δηλαδή πιθανόν να «θυσιάσει» την επίλυση του Κυπριακού – μολονότι εμμέσως και τακτικιστικά – στο βωμό της επανεκλογής του ΑΚΡ (σε πρόωρες εκλογές) ή ενός δημοψηφίσματος για την μετατροπή του πολιτειακού συστήματος σε προεδρικό.
Πρέπει παράλληλα να σημειωθεί ότι η Κύπρος βρίσκεται στη δύνη των γεωπολιτικών εξελίξεων για ακόμα δυο τουλάχιστον λόγους: α) την κρίση στις σχέσεις Τουρκίας-Ρωσίας, β) την διαδικασία ομαλοποίησης των σχέσεων Τουρκίας-Ισραήλ. Εν συντομία, ο ανταγωνισμός Τουρκίας-Ρωσίας και, κατ’ επέκταση, Ρωσίας-ΝΑΤΟ έχει επιδεινωθεί, κάτι που σημαίνει ότι η Κύπρος αποτελεί επιπλέον αρένα συγκρουόμενων περιφερειακών και διεθνών συμφερόντων. Υπό αυτό το πρίσμα, η Κυπριακή Δημοκρατία, σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής, θα δυσκολευτεί ακόμα περισσότερο να διατηρήσει τις ισορροπίες μεταξύ Ρωσίας και Δύσης, ενώ θα χρειαστεί ιδιαίτερη προσπάθεια να «συμφιλιώσει» τα συγκρουόμενα συμφέροντα που ενδεχομένως παρεμβάλλονται στις συνομιλίες για το Κυπριακού.
Η πιθανότητα ομαλοποίησης των τουρκο-ισραηλινών σχέσεων θα εγείρει προκλήσεις στις σχέσεις Κύπρου-Ισραήλ-Ελλάδας όχι τόσο σε πολιτικό επίπεδο όσο σε επίπεδο ενεργειακής συνεργασίας – ειδικά εάν Τουρκία και Ισραήλ προχωρήσουν σε μια τέτοια συνεργασία παρακάμπτοντας την Κύπρο. Βεβαίως σε αυτό το στάδιο το κάθε σενάριο γύρω από αυτή τη σχέση είναι πολύ θεωρητικό. Οι προϋποθέσεις για την ομαλοποίηση των τουρκο-ισραηλινών σχέσεων, την ενεργειακή συνεργασία Τουρκίας-Ισραήλ, και τη μείωση της αξίας των κυπρο-ισραηλινών σχέσεων είναι πάρα πολλές και καθόλου βέβαιες.
- Πόσο πιθανή θεωρείτε την επίσημη αναγνώριση ενός αυτόνομου και ανεξάρτητου Κουρδιστάν ως τροχοπέδη στον επεκτατισμό του Ισλαμικού Χαλιφάτου και όριο στις τουρκικές βλέψεις;
Ζ.Τ: Οι επιπτώσεις της επίσημης αναγνώρισης ενός αυτόνομου και ανεξάρτητου Κουρδιστάν είναι περίπλοκη υπόθεση. Αφενός η αναγνώριση είναι αρκετά δύσκολο να προκύψει, τουλάχιστον με καθολική αποδοχή από τη διεθνή κοινότητα. Αφετέρου, εξαρτάται σε ποιο Κουρδιστάν θέλουμε να αναφερθούμε. Το ισχυρότερο Κουρδιστάν αυτή τη στιγμή είναι το ιρακινό το οποίο απολαμβάνει σήμερα και ένα σημαντικό βαθμό αυτονομίας βάσει του ιρακινού συντάγματος. Το δεύτερο ισχυρότερο είναι το συριακό (ή δυτικό) Κουρδιστάν τα όρια του οποίου επεκτείνονται διαρκώς καθώς οι Σύριοι Κούρδοι σε συνεργασία με άλλες αντάρτικες ομάδες προελαύνουν κατά του «Ισλαμικού Κράτους» (και άλλων, φιλοτουρκικών ομάδων) στη βόρεια Συρία. Το τουρκικό και ιρανικό Κουρδιστάν υφίστανται θεωρητικά (ή σε επίπεδο δημογραφίας και συλλογικής ταυτότητας) σε περιοχές με κουρδική πλειοψηφία σε Τουρκία και Ιράν αλλά δεν έχουν οποιαδήποτε de facto ή de jure κρατική/διοικητική υπόσταση.
Η ανεξαρτητοποίηση ή αυτονόμηση οποιουδήποτε Κουρδιστάν θα είχε καθοριστικό ρόλο στην καταπολέμηση του «Ισλαμικού Κράτους» (ΙΚ) σε Συρία και Ιράκ. Ούτως ή άλλως, οι Ιρακινοί και Σύριοι Κούρδοι (Peshmerga και Κόμμα Δημοκρατικής Ενότητας (PYD) αντίστοιχα), μαζί με τον ιρακινό στρατό και μικρότερες αραβικές και μη ομάδες, ηγούνται της μάχης κατά του ΙΚ. Κατά τα άλλα, η ανεξαρτητοποίηση του ιρακινού Κουρδιστάν θα είχε πιθανόν διαφορετικό γεωπολιτικό αντίκτυπο από την ανεξαρτητοποίηση του συριακού σε ό,τι αφορά την τουρκική πολιτική.
Παρά το ότι η αυτονόμηση του ιρακινού Κουρδιστάν υπήρξε ένας από τους λόγους επιδείνωσης των αμερικανο-τουρκικών σχέσεων μετά το 2003, σήμερα το ιρακινό Κουρδιστάν αποτελεί ένα από τους πιο σημαντικούς συνεργάτες της Τουρκίας στην περιοχή, οικονομικά, ενεργειακά και όχι μόνο. Αν και ο πρόεδρος του ιρακινού Κουρδιστάν, Μασούντ Μπαρζανί, ξεκαθάρισε τις προθέσεις του για ανεξαρτητοποίηση, τοποθετείται παράλληλα υπέρ της ενότητας της Συρίας, κάτι που συμφωνεί με τη θέση της Τουρκίας. Από αυτή την άποψη, η ανεξαρτητοποίηση του ιρακινού Κουρδιστάν δεν αναμένεται να δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα στην τουρκική πολιτική εκτός από τις ελπίδες και προσδοκίες που θα δημιουργήσει στους κουρδικούς πληθυσμούς της Συρίας και της Τουρκίας.
Εν αντιθέσει, η αυτονόμηση ή ανεξαρτησία του συριακού Κουρδιστάν αποτελεί πολύ μεγαλύτερη πρόκληση για την Τουρκία. Πρώτα διότι θα προκύψει ως το νέο (αντι-τουρκικό) κράτος με το οποίο η Τουρκία θα συνορεύει και, δεύτερον, διότι η γεωγραφική του εγγύτητα και η ιδεολογική συνάφεια του συριακού PYD με το τουρκικό PKK (Εργατικό Κόμμα Κουρδιστάν) θα λειτουργούσαν ενδεχομένως υπέρ του τελευταίου ενδυναμώνοντάς το και αυξάνοντας την απειλή που αποτελεί για την Τουρκία. Επιπρόσθετα, μια Συρία που θα περιελάμβανε ένα κουρδικό κρατίδιο θα έθετε σαφώς εμπόδια στις τουρκικές βλέψεις για δημιουργία ενός συριακού κράτους-δορυφόρου. Επίσης, στο ίδιο σενάριο, το κουρδικό κρατίδιο θα απολάμβανε τουλάχιστον κάποια στήριξη από τις ΗΠΑ και τη Ρωσία επιδεινώνοντάς ακόμα περισσότερο την περιφερειακή θέση της Τουρκίας.
Τέλος πρέπει να σημειωθεί πως παρά το αληθοφανές των πιο πάνω σεναρίων δεν μπορούμε να μιλήσουμε απαραίτητα για νομοτελειακές εξελίξεις που θα ευνοούν τους Κούρδους. Οι ενδο-κουρδικές διαφορές τόσο μεταξύ των Κουρδιστάν όσο και εντός του κάθε ενός από αυτά θέτουν σοβαρά εμπόδια στο κοινό τους μέλλον ενώ πολλές φορές δυσκολεύουν και τις επιχειρήσεις που λαμβάνουν χώρα κατά του ΙΚ και του καθεστώτος Άσαντ. Επιπλέον δεν θα πρέπει να εκπλήξει κανένα εάν στο εγγύς μέλλον αποδειχτεί ότι η Ρωσία ή οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν τους Κούρδους εργαλειακά για να επιτύχουν τους δικούς τους στόχους (ή και της Τουρκίας) χωρίς να ενδιαφέρονται για τα κουρδικά συμφέροντα. Δεν θα ήταν η πρώτη φορά που οι μεγάλες δυνάμεις αδίκησαν τους Κούρδους.
----------------------------------------------------------------------------------------------------
Βιογραφικό:
Η πιθανότητα ομαλοποίησης των τουρκο-ισραηλινών σχέσεων θα εγείρει προκλήσεις στις σχέσεις Κύπρου-Ισραήλ-Ελλάδας όχι τόσο σε πολιτικό επίπεδο όσο σε επίπεδο ενεργειακής συνεργασίας – ειδικά εάν Τουρκία και Ισραήλ προχωρήσουν σε μια τέτοια συνεργασία παρακάμπτοντας την Κύπρο. Βεβαίως σε αυτό το στάδιο το κάθε σενάριο γύρω από αυτή τη σχέση είναι πολύ θεωρητικό. Οι προϋποθέσεις για την ομαλοποίηση των τουρκο-ισραηλινών σχέσεων, την ενεργειακή συνεργασία Τουρκίας-Ισραήλ, και τη μείωση της αξίας των κυπρο-ισραηλινών σχέσεων είναι πάρα πολλές και καθόλου βέβαιες.
- Πόσο πιθανή θεωρείτε την επίσημη αναγνώριση ενός αυτόνομου και ανεξάρτητου Κουρδιστάν ως τροχοπέδη στον επεκτατισμό του Ισλαμικού Χαλιφάτου και όριο στις τουρκικές βλέψεις;
Ζ.Τ: Οι επιπτώσεις της επίσημης αναγνώρισης ενός αυτόνομου και ανεξάρτητου Κουρδιστάν είναι περίπλοκη υπόθεση. Αφενός η αναγνώριση είναι αρκετά δύσκολο να προκύψει, τουλάχιστον με καθολική αποδοχή από τη διεθνή κοινότητα. Αφετέρου, εξαρτάται σε ποιο Κουρδιστάν θέλουμε να αναφερθούμε. Το ισχυρότερο Κουρδιστάν αυτή τη στιγμή είναι το ιρακινό το οποίο απολαμβάνει σήμερα και ένα σημαντικό βαθμό αυτονομίας βάσει του ιρακινού συντάγματος. Το δεύτερο ισχυρότερο είναι το συριακό (ή δυτικό) Κουρδιστάν τα όρια του οποίου επεκτείνονται διαρκώς καθώς οι Σύριοι Κούρδοι σε συνεργασία με άλλες αντάρτικες ομάδες προελαύνουν κατά του «Ισλαμικού Κράτους» (και άλλων, φιλοτουρκικών ομάδων) στη βόρεια Συρία. Το τουρκικό και ιρανικό Κουρδιστάν υφίστανται θεωρητικά (ή σε επίπεδο δημογραφίας και συλλογικής ταυτότητας) σε περιοχές με κουρδική πλειοψηφία σε Τουρκία και Ιράν αλλά δεν έχουν οποιαδήποτε de facto ή de jure κρατική/διοικητική υπόσταση.
Η ανεξαρτητοποίηση ή αυτονόμηση οποιουδήποτε Κουρδιστάν θα είχε καθοριστικό ρόλο στην καταπολέμηση του «Ισλαμικού Κράτους» (ΙΚ) σε Συρία και Ιράκ. Ούτως ή άλλως, οι Ιρακινοί και Σύριοι Κούρδοι (Peshmerga και Κόμμα Δημοκρατικής Ενότητας (PYD) αντίστοιχα), μαζί με τον ιρακινό στρατό και μικρότερες αραβικές και μη ομάδες, ηγούνται της μάχης κατά του ΙΚ. Κατά τα άλλα, η ανεξαρτητοποίηση του ιρακινού Κουρδιστάν θα είχε πιθανόν διαφορετικό γεωπολιτικό αντίκτυπο από την ανεξαρτητοποίηση του συριακού σε ό,τι αφορά την τουρκική πολιτική.
Παρά το ότι η αυτονόμηση του ιρακινού Κουρδιστάν υπήρξε ένας από τους λόγους επιδείνωσης των αμερικανο-τουρκικών σχέσεων μετά το 2003, σήμερα το ιρακινό Κουρδιστάν αποτελεί ένα από τους πιο σημαντικούς συνεργάτες της Τουρκίας στην περιοχή, οικονομικά, ενεργειακά και όχι μόνο. Αν και ο πρόεδρος του ιρακινού Κουρδιστάν, Μασούντ Μπαρζανί, ξεκαθάρισε τις προθέσεις του για ανεξαρτητοποίηση, τοποθετείται παράλληλα υπέρ της ενότητας της Συρίας, κάτι που συμφωνεί με τη θέση της Τουρκίας. Από αυτή την άποψη, η ανεξαρτητοποίηση του ιρακινού Κουρδιστάν δεν αναμένεται να δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα στην τουρκική πολιτική εκτός από τις ελπίδες και προσδοκίες που θα δημιουργήσει στους κουρδικούς πληθυσμούς της Συρίας και της Τουρκίας.
Εν αντιθέσει, η αυτονόμηση ή ανεξαρτησία του συριακού Κουρδιστάν αποτελεί πολύ μεγαλύτερη πρόκληση για την Τουρκία. Πρώτα διότι θα προκύψει ως το νέο (αντι-τουρκικό) κράτος με το οποίο η Τουρκία θα συνορεύει και, δεύτερον, διότι η γεωγραφική του εγγύτητα και η ιδεολογική συνάφεια του συριακού PYD με το τουρκικό PKK (Εργατικό Κόμμα Κουρδιστάν) θα λειτουργούσαν ενδεχομένως υπέρ του τελευταίου ενδυναμώνοντάς το και αυξάνοντας την απειλή που αποτελεί για την Τουρκία. Επιπρόσθετα, μια Συρία που θα περιελάμβανε ένα κουρδικό κρατίδιο θα έθετε σαφώς εμπόδια στις τουρκικές βλέψεις για δημιουργία ενός συριακού κράτους-δορυφόρου. Επίσης, στο ίδιο σενάριο, το κουρδικό κρατίδιο θα απολάμβανε τουλάχιστον κάποια στήριξη από τις ΗΠΑ και τη Ρωσία επιδεινώνοντάς ακόμα περισσότερο την περιφερειακή θέση της Τουρκίας.
Τέλος πρέπει να σημειωθεί πως παρά το αληθοφανές των πιο πάνω σεναρίων δεν μπορούμε να μιλήσουμε απαραίτητα για νομοτελειακές εξελίξεις που θα ευνοούν τους Κούρδους. Οι ενδο-κουρδικές διαφορές τόσο μεταξύ των Κουρδιστάν όσο και εντός του κάθε ενός από αυτά θέτουν σοβαρά εμπόδια στο κοινό τους μέλλον ενώ πολλές φορές δυσκολεύουν και τις επιχειρήσεις που λαμβάνουν χώρα κατά του ΙΚ και του καθεστώτος Άσαντ. Επιπλέον δεν θα πρέπει να εκπλήξει κανένα εάν στο εγγύς μέλλον αποδειχτεί ότι η Ρωσία ή οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν τους Κούρδους εργαλειακά για να επιτύχουν τους δικούς τους στόχους (ή και της Τουρκίας) χωρίς να ενδιαφέρονται για τα κουρδικά συμφέροντα. Δεν θα ήταν η πρώτη φορά που οι μεγάλες δυνάμεις αδίκησαν τους Κούρδους.
----------------------------------------------------------------------------------------------------
Βιογραφικό:
Ο Ζήνωνας Τζιάρρας ανακηρύχθηκε διδάκτωρ Πολιτικής & Διεθνών Σπουδών με ειδίκευση την τουρκική εξωτερική πολιτική, τη Μέση Ανατολή και τις Διεθνείς Σχέσεις από το University of Warwick όπου και δίδαξε Διεθνή Πολιτική. Κατέχει πτυχίο στις Μεσογειακές Σπουδές και Διεθνείς Σχέσεις από το Πανεπιστήμιο Αιγαίου και μεταπτυχιακό στις Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές από το University of Birmingham.
Παρακολούθησε μεταπτυχιακά σεμινάρια διεθνούς ασφάλειας και επίλυσης συγκρούσεων στο Πανεπιστήμιο του Δελχί και στο Πανεπιστήμιο Koç της Κωνσταντινούπολης. Είναι συν-ιδρυτής και συν-επιμελητής του ηλεκτρονικού περιοδικού The Globalized World Post ενώ έχει συνεργαστεί με αριθμό διεθνών ερευνητικών κέντρων στην Κύπρο και στο εξωτερικό.
Παρακολούθησε μεταπτυχιακά σεμινάρια διεθνούς ασφάλειας και επίλυσης συγκρούσεων στο Πανεπιστήμιο του Δελχί και στο Πανεπιστήμιο Koç της Κωνσταντινούπολης. Είναι συν-ιδρυτής και συν-επιμελητής του ηλεκτρονικού περιοδικού The Globalized World Post ενώ έχει συνεργαστεί με αριθμό διεθνών ερευνητικών κέντρων στην Κύπρο και στο εξωτερικό.
Έχει διδάξει Ελληνοτουρκικές Σχέσεις στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και σήμερα διδάσκει θέματα γεωπολιτικής και διεθνούς ασφάλειας στο UCLan Cyprus.
Μεταξύ άλλων δημοσιεύσεων, συν-επιμελήθηκε το βιβλίο «Κυπριακή Δημοκρατία: Διαστάσεις Εξωτερικής Πολιτικής» (University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2013) με τον Μάριο Ευθυμιόπουλο ενώ κυκλοφορεί το βιβλίο, «Η Τουρκία στην Ανατολική Μεσόγειο: Ιδεολογικές Όψεις Εξωτερικής Πολιτικής» (Εκδόσεις Τουρίκη, Αθήνα, 2016) με τον Νίκο Μούδουρο.
------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Ιδιοκτησία πνευματικών δικαιωμάτων του Geopolitics & Daily News - © 2016.
Το περιεχόμενο του site αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του Geopolitics & Daily News. Οποιαδήποτε πληροφορία (κείμενο, εικόνες, γραφικά) περιέχεται στο site μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο για προσωπική, μη εμπορική χρήση. Είναι παράνομη η αντιγραφή, αναπαραγωγή, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, μέρους ή του συνόλου των περιεχομένων του site χωρίς προηγούμενη έγγραφη συγκατάθεση ή αναφορά της σελίδας.
Το περιεχόμενο του site αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του Geopolitics & Daily News. Οποιαδήποτε πληροφορία (κείμενο, εικόνες, γραφικά) περιέχεται στο site μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο για προσωπική, μη εμπορική χρήση. Είναι παράνομη η αντιγραφή, αναπαραγωγή, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, μέρους ή του συνόλου των περιεχομένων του site χωρίς προηγούμενη έγγραφη συγκατάθεση ή αναφορά της σελίδας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου