Κυριακή 25 Φεβρουαρίου 2018

Ανέκδοτο τα περί ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης


Δευτέρα, 28 Απριλίου 2014



"Στοχαστικά Γονατογραφήματα"
Αφορμή για αυτή την ανάρτηση δόθηκε από το αιχμηρό σχόλιο τουcrashonline, διαχειριστή του ανομολόγητου Γιώργου Τράγκα, στις 15 Απριλίου τρέχοντος έτους, για την δίκη του Κώστα Αγγελάκη της ΕΥΠ, ενός δημοσιογράφου πολιτικού κιτρινισμού και αμφίβολης αξιοπιστίας.
Δεν είναι να παρουσιάσω εδώ το γνωστό κρατικοδίαιτο παράσιτο της δημοσιογραφίας (εννοώντας την κρατική διαφήμιση βεβαίως...όταν κυκλοφορούσε τετρασέλιδο εβδομαδιαίο έντυπο με τις δύο διαφημιστικό υλικό κλπ) αλλά να δώσω μία άλλη διάσταση σε μία είδηση που μάλλον θα πρέπει να ενοχλήσει, αν όχι να εξοργίσει τους έντιμους δικαστικούς λειτουργούς.
Βέβαια η εντιμότητα δεν έχει ποσοστά, όπως πολλοί λένε, κακώς κατά την άποψή μου,  ότι στην πλειονότητα είναι έντιμοι, άρα πρέπει να  αποδεχόμαστε και να ανεχόμαστε, μία αδιευκρίνιστη μειονοψηφία, έστω και αριθμητικά πολύ μικρή, να δρα ενάντια στην νομιμότητα, να δικάζει, να καταδικάζει, πολλές φορές να αθωώνει και κυρίως να μην λογοδοτεί σε κανέναν.
Είναι ένα μεγάλο θέμα η λειτουργία της δικαιοσύνης, και όχι η εξουσία που κακώς πολλοί την αναγορεύουν ως τέτοια (χωρίς βεβαίως αυτοδιοίκητο, κάτω από υπουργό της εκτελεστικής εξουσίας και μάλιστα στις μέρες μας με συνδικαλιστή πρώην δικαστικό).
Συγκεκριμένα η Εισαγγελέας πρότεινε την αθώωσή του για τις κατηγορίες εναντίον του (παράνομη κατοχή διαβαθμισμένων εγγράφων – υπεξαγωγή διαβαθμισμένων εγγράφων). Το δικαστήριο, διέκοψε την συνεδρίαση για… coffeebreak, ωστόσο η δίκη δεν συνεχίστηκε αφού στην αίθουσα δικαστηρίου ο πρόεδρος ανέφερε πως λόγω ασθένειας δικαστή δεν θα μπορούσε να συνεχιστεί η όλη διαδικασία, προκαλώντας πολλά… ερωτηματικά.
Το CRASH Απριλίου, είχε αποκλειστικά παρουσιάσει όλο το παρασκήνιο αυτής της δίκης όπου παρουσία κοινού, σε δημόσια θέα, διασταύρωσαν τα ξίφη τους στελέχη του κλάδου κατασκοπείας και άλλων διευθύνσεων της ΕΥΠ που ανήκουν πολιτικά και συνδικαλιστικά σε διαφορετικούς πολιτικούς χώρους!
Η δίκη τελικά έγινε σήμερα και συνέβη το εξής… παράδοξο:
Η Εισαγγελέας, που είχε προτείνει στις 15 Απριλίου την αθώωση του Κώστα Αγγελάκη, πρότεινε 5 μήνες φυλάκιση (!)! Τελικά, η απόφαση ήταν 22 μήνες με αναστολή (είχε επιβληθεί και 100.000 ευρώ πρόστιμο το οποίο ανακλήθηκε), προκαλώντας την αντίδραση από πλευράς Κώστα Αγγελάκη.

Βλέπε σχετικό: Καταδικάστηκε για κατασκοπεία πρώην διευθυντής της ΕΥΠ...

Αντί Σχολιασμού το ερώτημα: 
Πώς μία Εισαγγελέας πρότεινε την αθώωσή του για τις κατηγορίες εναντίον του,  στις 15 Απριλίου, και μετά την διακοπή σήμερατην καταδίκη του πρώην διευθυντή κατασκοπείας της ΕΥΠ Κώστα Αγγελάκη για κατασκοπεία σε βαθμό πλημμελήματος αποφάσισε πρωτόδικα το δικαστήριο σήμερα Δευτέρα.
Ο Αγγελάκης καταδικάστηκε ομόφωνα σε 22 μήνες φυλάκιση γιατί θεωρήθηκε ένοχος καθώς βρέθηκαν στην κατοχή του περίπου4.000 διαβαθμισμένα έγγραφα της ΕΥΠ, μεταξύ των οποίων και το απόρρητο σχέδιο «ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ» για περίπτωση πολέμου.
Αυτό είναι το πρώτο ερώτημα και εάν αυτό δεν επιδέχεται κριτική και μάλιστα οξεία;



"Είμαι φτηνός , πολύ φτηνός , είμαι φτηνός για λίγα ψίχουλα μπορώ να γίνω δούλος καθενός
Είμαι φριχτός ,πολύ φριχτός , είμαι φριχτός την καταδίκη σας αξίζω να υπομένω διαρκώς.
Είμαι φτωχός , πολύ φτωχός , είμαι φτωχός για την αρρώστια μου αυτή δε θα βρεθεί ποτέ γιατρός.

Θεέ μου που μας ορίζεις κι όλους μας βλέπεις ένα δεν είναι όπως νομίζεις
δεν είναι όλα όπως νομίζεις εδώ κάτω μοιρασμένα δεν είναι όλα δεν είναι όλα δεν είναι όλα μοιρασμένα.

Μα ΕΣΥ που μας φροντίζεις σαν πρόβατα σφαγμένα στείλε μου αν θέλεις λίγη
μόνο λίγη τόση δα δικαιοσύνη και για μένα..."  Ακούσαμε από από την εμφάνιση του Γιάννη Αγγελάκα στο Βεάκειο θέατρο του Πειραιά το καλοκαίρι του 2012
  


Ακολουθεί ένα ενδιαφέρον άρθρο που αποτελεί και την επικεφαλίδα της ανάρτησης: 
Μόνο ως ανέκδοτο, μπορεί να εκληφθούν οι διαβεβαιώσεις του πρωθυπουργού και του μετρ των παρεμβάσεων όπως καταγγέλλεται επί της Δικαιοσύνης υπουργού του, ότι η ελληνική Δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη. Υπάρχουν πράγματι δικαστές ανεξάρτητοι και αδέκαστοι που αποτελούν την εξαίρεση του κανόνα, ότι η Δικαιοσύνη στη χώρα μας είναι διαπλεκόμενη, διεφθαρμένη και χειραγωγούμενη.
Δυστυχώς αυτή είναι σκληρή πραγματικότητα την οποία έχουν επιβεβαιώσει με δημόσιες τοποθετήσεις τους, όντας εν ενεργεία, έντιμοι και θαρραλέοι δικαστές όπως: Στέφανος Ματθίας: «Η Δικαιοσύνη στη χώρα μας είναι και δεν είναι ανεξάρτητη, είναι και δεν είναι αξιόπιστη, είναι και δεν είναι αποτελεσματική» (ΤΑ ΝΕΑ 30/4/1999). Ευάγγελος Κρουσταλάκης:«Δεν είναι άξια επαίνων η δικαιοσύνη. Υπάρχουν δικαστές που δεν έχουν ήθος… Μουσκεύουμε στην αμαρτία…». Ιωάννης Παπανικολάου: « Η μαύρη βίβλος της Δικαιοσύνης» (Ο κόσμος του Επενδυτή (19/6/2010).
Ο κ. Σαμαράς γνώριζε καλά ποιος ήταν ο φίλος και στενός του συνεργάτης Τάκης Μπαλτάκος, όπως και ο Αθανασίου, στον οποίο ανέθεσε το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Είμαστε δε σε θέση να γνωρίζουμε, ότι δύο βουλευτές του κόμματός του πριν από δύο περίπου μήνες τον είχαν καταστήσει ενήμερο για την πολιτεία των ανωτέρω στενών συνεργατών του.

Όταν ο Σαμαράς τον Απρίλιο του 2012, είχε ανακοινώσει την τοποθέτηση του Αθανασίου επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας της ΝΔ, έγινε αποδέκτης αρνητικών μηνυμάτων για την απόφασή του αυτή.

Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο τηλεγράφημα το οποίο παραθέτουμε αυτούσιο:

Κύριε Σαμαρά!
Με έκπληξη πληροφορήθηκα ότι επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας της Ν.Δ. είναι ο Χαράλαμπος Αθανασίου. Ο εν λόγω κύριος όταν επρόκειτο να συζητηθεί η έφεση του Προέδρου του ΕΕΣ Ανδρέα Μαρτίνη κατά της αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών που δέχθηκε την αγωγή μου και ακύρωσε τις αρχαιρεσίες του ΕΕΣ για την ανάδειξη Προέδρου και Διοικητικού Συμβουλίου του ΕΕΣ, τηλεφώνησε με το κινητό του στον αδελφό μου που είναι συνάδελφός του και του είπε ότι μελέτησε τη δικογραφία του Μαρτίνη είδε ότι υπάρχουν παραλείψεις
από την πλευρά του Μαρτίνη και ότι διαβιβάζει πρόταση των δικηγόρων του Μαρτίνη να μη παραστώ στη συζήτηση της εφέσεως με αντάλλαγμα να διορισθώ από τον Μαρτίνη αντιπρόεδρος στο νοσοκομείο Ερρίκος Ντυνάν.
Αρνήθηκα τη δελεαστική αυτή πρόταση διότι είμαι Ελληνίδα που αγωνίζεται για την κάθαρση στον ΕΕΣ γαλουχημένη από τα βιβλία της προγιαγιάς σας Πηνελόπης Δέλτα που αποπνέουν πατριωτισμό και ανθρωπισμό. Ο ίδιος κύριος ενώ είναι γνωστή η φιλία του με τον Ανδρέα Μαρτίνη σε όλα τα μέλη του ΕΕΣ (έχει διορίσει ο Μαρτίνης δικά του πρόσωπα στον ΕΕΣ) είχε ορισθεί πρόεδρος του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων που θα δίκαζε τον Μαρτίνη για απιστία σε βάρος του ΕΕΣ και δεν ζήτησε την εξαίρεση του με αποτέλεσμα η Γενική Επιθεωρήτρια του
σώματος Ελλήνων αδελφών Μάρω Ελευθερίου, να διαμαρτυρηθεί στον τότε Προϊστάμενο του Εφετείου Αθηνών Χαράλαμπο Παπαδάκη και να μεθοδευτεί η αντικατάσταση του Αθανασίου.
Επειδή οι πράξεις αυτές του Αθανασίου δεν συνάδουν με το ήθος που πρέπει να έχει ένας δικαστής και μάλιστα ο επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας γι΄ αυτό και ζητώ να αντικατασταθεί στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας.
Με τιμή
Ευαγγελία Σταύρακα
από το kentri 

Ο κ. Σαμαράς όμως εκώφευσε και τώρα καλείται να πληρώνει τα επίχειρα της κωφότητάς του!

Ακολουθεί το δεύτερο ερώτημα και σκεφτείτε ούτε  αυτό επιδέχεται κριτική και μάλιστα οξεία;  


Αθώος ο Φυσικός που λάμβανε 5.000 ευρώ για πλαστά απολυτήρια

Το Συμβούλιο της Επικρατείας απέρριψε την αίτηση του γενικού επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης Λέανδρου Ρακιντζή που ζητούσε να ακυρωθεί η από 28.9.2010 απόφαση του Δευτεροβαθμίου Πειθαρχικού Συμβουλίου με την οποία έπαυσε λόγω παραγραφής η πειθαρχική δίωξη σε βάρος καθηγητή (Φυσικού) ο οποίος είχε υποπέσει στο αδίκημα της αμέλειας και της ατελούς και μη έγκαιρης εκπλήρωσης των καθηκόντων του.

Ο καθηγητής επί μία οκταετία χορηγούσε απολυτήρια έναντι 5.000 ευρώ σε μαθητές ιδιωτικών Τεχνικών Επαγγελματικών Εκπαιδευτηρίων οι οποίοι δεν έδιναν παρουσίες στα Τ.Ε.Ε.

Ειδικότερα, σε βάρος του καθηγητή αλλά και σε βάρος άλλων συναδέλφων του, ασκήθηκε ποινική δίωξη για «πλαστογραφία με χρήση κατ' εξακολούθηση από υπαίτιο που διαπράττει πλαστογραφία κατ' επάγγελμα και συνήθεια» με απώτερο σκοπό «να προσπορίσει στον εαυτό του περιουσιακό όφελος ανώτερο των 73.000 ευρώ» και να ζημιώσει τρίτους.

Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα της Εισαγγελίας της 'Αρτας, ο καθηγητής κατά την οκταετία 1999-2007 ως γραμματέας εξεταστικών επιτροπών δύο ιδιωτικών Τ.Ε.Ε. της Ηπείρου, μαζί με άλλους καθηγητές ελάμβαναν από κάθε μαθητή 5.000 ευρώ για να τους χορηγούν απολυτήριο.

Συγκεκριμένα, ο Φυσικός και οι άλλοι καθηγητές κατηγορήθηκαν ποινικά ότι κατήρτισαν και χορήγησαν πτυχία σε μαθητές που δεν φοίτησαν ποτέ στα Τ.Ε.Ε., κατήρτισαν και χορήγησαν πτυχία σε μαθητές που δεν είχαν συμπληρώσει τον απαιτούμενο χρόνο φοίτησης ώστε να δικαιούνται να λάβουν πτυχίο, ενώ παράλληλα βεβαίωναν αναληθώς ότι φοιτούσαν επιτυχώς, δεν κάλυπταν με αυτοκόλλητα τα ονόματα των μαθητών πάνω στις κόλλες των γραπτών, αντικαθιστούσαν τα γραπτά των μαθητών που είχαν λανθασμένες απαντήσεις με άλλες κόλλες γραπτών που είχαν σωστές απαντήσεις, διέγραφαν λανθασμένες γραπτές απαντήσεις-λύσεις που παρέδιδαν οι μαθητές και έγραφαν στην επόμενη σελίδα της κόλλας τις σωστές απαντήσεις και βαθμολογούσαν τα γραπτά με άριστα, κ.λπ.

Όμως, η Δικαιοσύνη έκρινε ότι έχει επέλθει παραγραφή των ποινικών αδικημάτων.

Παράλληλα, τον Απρίλιο του 2008, κατόπιν Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης ο περιφερειακός διευθυντής εκπαίδευσης Ηπείρου παρέπεμψε τον Φυσικό στο Περιφερειακό Υπηρεσιακό Συμβούλιο Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης για παράβαση καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα και για χαρακτηριστικά αναξιοπρεπή ή ανάξια για υπάλληλο διαγωγή εντός ή εκτός υπηρεσίας.

Ο περιφερειακός διευθυντής απέδωσε στον εν λόγω καθηγητή ότι αν και γνώριζε την ύπαρξη παρανομιών και αλλοιώσεων στις καρτέλες των μαθητών, τους επέτρεψε να συμμετέχουν στις εξετάσεις και να λάβουν απολυτήριο, δεν έλαβε υπ' όψη του τις αδικαιολόγητες απουσίες μαθητών (πάνω από 170 απουσίες κάθε μαθητής) και τους επέτρεψε να διαγωνιστούν και να λάβουν απολυτήριο, έκανε παρεμβάσεις στα γραπτά κείμενα των μαθητών και αλλαγές ολόκληρων γραπτών και εκβίαζε τους καθηγητές των ιδιωτικών Τ.Ε.Ε. για να κάνουν παράνομη και αναξιόπιστη αξιολόγηση. Τον Ιούλιο του 2009 το Π.Υ.Σ.Δ.Ε. θεώρησε ότι η Ε.Δ.Ε. «δεν παρείχε πλήρεις αποδείξεις» και διέταξε πειθαρχική ανάκριση.

Τελικά, η πειθαρχική διαδικασία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν στοιχειοθετούνται τα δύο αδικήματα που αποδίδονται στο καθηγητή, αλλά άλλο αυτό το της αμέλειας και της ατελούς εκπλήρωσης των καθηκόντων του και τον Φεβρουάριο του 2010 το Π.Υ.Σ.Δ.Ε. κήρυξε τον καθηγητή αθώο.

Μετά από όλα αυτά ο υπουργός Παιδείας άσκησε ένσταση κατά της αθωωτικής απόφασης και το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο αποφάνθηκε.

Το πειθαρχικό συμβούλιο τον Σεπτέμβριο του 2010 έπαυσε την σε βάρος του πειθαρχική δίωξη λόγω παραγραφής.

Μετά την κατάληξη αυτή προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας ο κ. Ρακιντζής ζητώντας να ακυρωθεί η δευτεροβάθμια πειθαρχική απόφαση που έπαυσε τη δίωξη σε βάρος του καθηγητή λόγω παραγραφής, υποστηρίζοντας ότι δεν έχει επέλθει η παραγραφή των πειθαρχικών αδικημάτων, αφού αυτή είχε διακοπεί μετά την άσκηση της σε βάρος του ποινικής δίωξης.

Τέλος, το ΣτΕ απέρριψε την προσφυγή του κ. Ρακιντζή, κρίνοντας ότι δεν έχει διακοπεί ο χρόνος παραγραφής της πειθαρχικής δίωξης σε βάρος του καθηγητή και άρα έχει επέλθει η παραγραφή των αδικημάτων. (ethnoς)
Τώρα δικαίως η "Η Δικαιοσύνη στο σκαμνί";
Περιγραφή
Η αθρόα προσέλευση στο δικαστικό σώμα ατόμων χωρίς ουσιαστικά προσόντα και χωρίς ήθος, είναι η βασική αιτία για το ομολογουμένως χαμηλό επίπεδο της ελληνικής Δικαιοσύνης. Τι άλλο θα μπορούσε να περιμένει κανείς, όταν στον δικαστικό κλάδο καταφεύγουν, κατά κανόνα, άτομα που γνωρίζουν ότι δεν έχουν τα κότσια να ανταπεξέλθουν στον σκληρό ανταγωνισμό της μαχόμενης δικηγορίας. Αυτά τα άτομα λοιπόν, ανασφαλή από τη φύση τους, αναζητούν στηρίγματα και αναγνώριση είτε σε οργανωμένες ομάδες, είτε σε μεμονωμένα πρόσωπα που ασκούν επιρροή στην κοινωνική ζωή. Συνήθως δημιουργούν κοινωνικές σχέσεις με τις λεγόμενες τοπικές αρχές και γενικά με τους εκφραστές του τοπικού πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου. Ενώ οι επαγγελματικά επαρκείς, αλλά με χαλαρή δικαστική συνείδηση, για να διασφαλίσουν την καριέρα τους εντάσσονται στα οργανωμένα κυκλώματα που δρούν στη Δικαιοσύνη, οι κοινωνικά "περιορισμένοι" δικαστικοί λειτουργοί δημιουργούν ισχυρές κοινωνικές και ψυχολογικές εξαρτήσεις, που έμμεσα τους επηρεάζουν στην άσκηση των καθηκόντων τους. 

Διαβάστε και τις κριτικές από το το 2001 - Αξίζει ο κόπος ... παρότι μετά από 13 χρόνια η κατάσταση στην δικαιοσύνη όχι μόνον δεν βελτιώθηκε, αλλά η διαπλοκή και το μικρόβιο του συνδικαλισμού αρχίζει και κατατρώει και τις υγιείς ρίζες της... 


ΑΝΤΩΝΗΣ ΡΟΥΠΑΚΙΩΤΗΣ ( Δικηγόρος – Πρόεδρος Δ.Σ.Α) - Από την παρουσίαση του βιβλίου: «Η Δικαιοσύνη στο σκαμνί»

Βιβλιοπωλείο Ελευθερουδάκη 21.3.2001 


Είναι γνωστό ότι απ΄ όταν ο άνθρωπος μέτρησε τα προτερήματά του στη γη, αναζητεί εναγώνια Δικαιοσύνη. Αναζητεί τον τρίτο παράγοντα. Αυτόν που θα τον δικαιώσει και ξεκίνησε από τον άρχοντα, τον βασιλιά, το συλλογικό όργανο έως τη σύγχρονη εποχή.
Ο τρίτος παράγοντας κατά προσδοκίας αξιόπιστος.
Αυτή είναι η εναγώνια αναζήτηση του ανθρώπου. Ωστόσο η Δικαιοσύνη διαμορφώθηκε σε θεσμό, σε εξουσία και ο συγγραφέας του βιβλίου αυτού, αφού κάνει μια σύντομη αναφορά στη δικαιϊκή ανάγκη του ανθρώπου, του πολίτη, ασχολείται με τη Δικαιοσύνη ως θεσμό ως εξουσία. Εξουσία όπως οριοθετείται, νοηματοδοτείται και σαρκώνεται και από το ίδιο το Σύνταγμά μας και μάλιστα με τον ερεθιστικό τίτλο Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΣΤΟ ΣΚΑΜΝΙ. Θέλοντας δηλαδή, να υποδηλώσει ή να δηλώσει με σαφήνεια ότι και η Δικαιοσύνη ελέγχεται. Δοκιμάστηκε στη διάρκεια των αιώνων ως δικαιοδοτικός θεσμός και άλλοτε πέτυχε και άλλοτε δεν πέτυχε. Για μένα, είναι ο πλέον ανθεκτικός διαχρονικός θεσμός και αυτό έρχεται να επικυρώσει την ανάγκη του ανθρώπου για αναζήτηση Δικαιοσύνης.

Στη χώρα μας πιστεύω ότι υπάρχει ένα από τα πληρέστερα δικαιικά πλαίσια που εξασφαλίζουν τη λειτουργική ανεξαρτησία του Έλληνα δικαστή.
Πιστεύω ότι στη χώρα μας υπάρχει όλο εκείνο το πολιτικοκοινωνικό περιβάλλον που ενδυναμώνει τον δικαστή στο να είναι αξιόπιστος. Πιστεύω ότι στη χώρα μας τόσο οι συλλειτουργοί στη Δικαιοσύνη – δικηγόροι όσο και ευρύτερα η κοινωνία ενδυναμώνουν, τιμούν τους δικαστές. Και το ερώτημα είναι: με όλες αυτές τις προϋποθέσεις, αποδεικνύεται αξιόπιστη η Ελληνική Δικαιοσύνη; Η αγωνία του συγγραφέα Τάκη Κωνσταντινόπουλου με τα παραδείγματα που αναφέρει.
Ο αφορισμός δεν μου ταιριάζει και δεν πείθει. Απομακρύνομαι από το να μυθοποιήσω τη λειτουργία της Δικαιοσύνης στην πατρίδα μας και την οποιαδήποτε θεσμική λειτουργία. Αλλά απομακρύνομαι, έχοντας και την εμπειρία του υπερασπιστή δεκαετιών ολόκληρων, να απορρίψω την κοινωνική σημασία, την αποτελεσματικότητα, την κοινωνική λειτουργία της Ελληνικής Δικαιοσύνης. Πιστεύω ότι και ο θεσμός στην πατρίδα μας ο δικαιοδοτικός δοκιμάζεται και πότε πετυχαίνει πότε δεν πετυχαίνει.
Τα ποσοστά μπορεί να είναι, θα λέγαμε, όχι αξιόπιστα να αναφερθούν.
Επιτρέψτε μου ωστόσο να πω ότι είναι αρκετά ψηλό το επίπεδο αξιοπιστίας για τους Έλληνες δικαστές. Και μια και βλέπω και τον Εισαγγελέα Εφετών, τον κ. Ζορμπά και εισαγγελείς εννοώ δικαστικούς λειτουργούς, αυτό είναι αυτονόητο. Εξάλλου είναι χαρακτηριστική και μία δημοσκόπηση, η οποία μόλις πριν από λίγες ημέρες είδε το φως της δημοσιότητας. Και από την οποία προκύπτει ότι η ελληνική κοινωνία, στο μέτρο που είναι ενημερωμένη, αλλά κυρίως που έχει εμπειρίες -γιατί ο πολίτης έχει εμπειρία- Εκτιμά ότι η Ελληνική Δικαιοσύνη βρίσκεται σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο αξιοπιστίας, σε σύγκριση με άλλες θεσμικές λειτουργίες. Θα μπορούσε να είναι υψηλότερο το επίπεδο; Και θα μπορούσε και θα έπρεπε. Γιατί, θεσμικό πλαίσιο, όπως πιστεύω εγώ υπάρχει. Πολιτικοκοινωνικό κλίμα απεριόριστης ελευθερίας.
Ενίσχυση από την κοινωνία υπάρχει. Γιατί τάχα δεν είναι υψηλότερο;
Γιατί πρώτον πιστεύω ότι η Δικαιοσύνη δεν είναι αποκεκομμένη. Δεν είναι νησίδα στον Ωκεανό. Συλλειτουργεί με τις άλλες εξουσίες. Τη νομοθετική, τη διοικητική και τις άλλες αποκεντρωμένες, ή συγκλίνουσες εξουσίες. Όπως είναι για παράδειγμα οικονομικές δυνάμεις, Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, η εκκλησία γενικώς το αναφέρω αλλά και συγκεκριμένως για να μην είναι αφοριστικός ο λόγος. Το επίπεδο ευθύνης όλων αυτών των λειτουργιών, θεσμοθετημένων ή μη, είναι λίγο πολύ το ίδιο. Άρα θα ήταν πολύ δύσκολο έστω και κατά προσδοκίαν να επιδιώξουμε να λέγαμε ότι η Δικαιοσύνη θα βρισκόταν στην ψηλή κορυφή του Ολύμπου, αλλά οι άλλες εξουσίες θα βρίσκονταν στα χαμηλά του. Έτσι λοιπόν το επίπεδο λίγο πολύ της Δικαιοσύνης είναι το ίδιο ή αν θέλετε υψηλότερο, αλλά όχι σε μεγάλη απόσταση από το επίπεδο αξιοπιστίας έναντι των άλλων θεσμοθετημένων λειτουργιών. Το θεσμικό με άλλα λόγια κλίμα είναι αυτό μέσα στο οποίο και οι Έλληνες δικαστές ποιώνται και άλλοτε πείθουν και άλλοτε δεν πείθουν.
Δεύτερο στοιχείο. Είναι σε όλους γνωστό ότι πέρα από τις θεσμοθετημένες λειτουργίες υπάρχουν και οι λειτουργίες έξω από τους θεσμούς. Και σήμερα και στη δική μας κοινωνία έχουνε μεγάλην ένταση στην προσπάθεια και μεγάλη διάχυση στην εξέλιξη, τεράστιες οικονομικές δυνάμεις καθώς επίσης και οι δυνάμεις που εγκλείονται στα μέσα Μαζικής Επικοινωνίας. Επιτρέψτε μου να έχω την άποψη ότι λειτουργία ή το αποτέλεσμα λειτουργίας αυτών των εξωθεσμικών δυνάμεων άμεσα ή έμμεσα επηρεάζουν την ίδια τη Δικαιοσύνη.
Και επειδή ο Τάκης Κωνσταντινόπουλος με το θάρρος που τον οδηγεί να καταγράψει συγκεκριμένα στοιχεία, δεν μας επιτρέπει να αοριστολογούμε θα έλεγα ότι θα ήταν υποκρισία να υμνολογήσουμε και να πούμε ότι και τα ΜΜΕ αναζητούν ερείσματα στο χώρο της Δικαιοσύνης. Αλλά και κάποιοι, ευτυχώς όχι όλοι, θέλω να πιστεύω οι πιο πολλοί δεν αναζητούν, αλλά ικανός αριθμός δικαστικών λειτουργών αναζητεί ερείσματα στα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας. Και όταν λέμε ΜΜΕ, εξηγούμαστε: Η διαπλοκή οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων. Παραδείγματα δεν χρειάζεται να αναφερθούνε. Την εμπειρία μου και την πεποίθησή μου καταγράφω και θα με χρεώσετε ή θα με πιστώσετε γι΄ αυτό.
Τρίτο. Πλούτος πολύς και μέγας διακινείται διαχέεται στην κοινωνία μας. Χτυπάει πόρτες και κάμπτει συνειδήσεις. Οι Έλληνες δικαστές, οι Έλληνες δικαστικοί λειτουργοί, πιστεύω ότι σε πολύ μεγάλο βαθμό αντέχουν και τους σφίγγουμε το χέρι γι΄ αυτό. Ωστόσο χρειάζεται προσοχή. Γιατί αν στη δεκαετία του 60 που εγώ για πρώτη φορά έγινα δικηγόρος, υπήρχε ένα ασφυκτικό πολιτικό κλίμα, το καταγράφω ως ιστορική αναφορά και όχι για να το αξιολογήσω. Ωστόσο στον τομέα της εντιμότητας, εν στενή εννοία για τους δικαστές θα λέγαμε όλοι μπράβο τους, σαν τη μύγα στο γάλα θα μπορούσε να υπάρξει και η άλλη περίπτωση. Φοβούμαι κυρίες και κύριοι ότι σήμερα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Γι΄ αυτό οι Έλληνες και οι Ελληνίδες δικαστικοί λειτουργοί οφείλουν, αν θέλουν να είναι αξιόπιστοι να αποδεικνύουν και στον τομέα αυτό, ότι είναι πέραν πάσης υποψίας.
Οι δικαστικές ενώσεις και τα συμβούλια διεύθυνσης, οργάνωσης και λειτουργίας των δικαστηρίων των μεγάλων, όπου αυτά υπάρχουν, πιστεύω ότι κατά μείζονα λόγο έχουνε βοηθήσει τις Ελληνίδες και τους Έλληνες δικαστικούς λειτουργούς στο να ενδυναμωθεί η δική τους ανεξάρτητη και υπεύθυνη στάση. Ωστόσο αναπτύσσεται και εκεί μια παθογένεια όπως σε όλες αυτές τις συλλογικές μορφές. Μεταξύ όμως του θετικού και του αρνητικού, εγώ υπερασπίζομαι ότι η συλλογική οργάνωση, το αυτοδιοίκητο των δικαστηρίων που υπάρχει και οι δικαστικές ενώσεις βοήθησαν και πρόσφεραν, επαναλαμβάνω στην ενίσχυση του κύρους και της ανεξαρτησίας. Ως προς δε το στοιχείο της παθογένειας νομίζω ότι είναι ένα στοιχείο που δεν λείπει από καμία συλλογική οργάνωση και μορφή.
Η πολιτεία ενέχεται παντοιοτρόπως απέναντι στη δικαστική εξουσία. Ενέχετε πρώτον διότι αρκείται να εξαγγέλλει μόνο την πίστη στην ανεξαρτησία της και αυτό της δίνει τη δυνατότητα να παρεμβαίνει παντί τρόπω. Κυρίως με το να ορίζει την ηγεσία των Ανωτάτων Δικαστηρίων.
Κυρίες και κύριοι, σε όλες, πλην της Ιταλίας, τις χώρες της Ευρώπης η ηγεσία των Ανωτάτων Δικαστηρίων ορίζεται. Δεν έχω επαρκείς πληροφορίες, δεν είμαι και πολυταξιδεμένος, είμαι ιθαγενής Έλληνας, να σας πω τη συμβαίνει στην Αγγλία ή στο Βέλγιο. Αλλά δεν έχω ακούσει και διαμαρτυρίες. Τι συμβαίνει λοιπόν εδώ και διαμαρτυρόμαστε; Σημαίνει ότι δεν φταίει τόσο η διάταξη του Συντάγματος του 90, παράγραφος 5, όσο πως την χρησιμοποιούν αυτοί που ασκούν πολιτική εξουσία, αυτήν την διάταξη και κάνουν βουτιά στην επετηρίδα για να αναζητήσουν τον εκλεκτό τους. Για να τον ορίσουν. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν ορίστηκαν και αξιόλογοι δικαστές, εισαγγελείς στην ηγεσία. Αλλά είναι θεσμικό το πρόβλημα και όχι προσωπικό.
Εδώ λοιπόν τίθεται το ερώτημα. Γιατί κύριοι; Γιατί να μην δεχτείτε ένα άλλο σύστημα, αν θέλετε και το πιo συντηρητικό σε εισαγωγικά που προτείνουν οι ολομέλειες; Έτσι ώστε να μην υπάρχει και η επιβάρυνση για σας του ορισμού.
Δεύτερο. Αρκούνται σε εξαγγελίες για τη λειτουργία της Δικαιοσύνης, αλλά σήμερα μια θεσμοθετημένη λειτουργία δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική αν δεν έχει τις προϋποθέσεις.
Με αυτά θα τελειώσω.
Ο οικονομικός προϋπολογισμός του Υπουργείου Δικαιοσύνης, από χρόνο σε χρόνο, από έτος εις έτος μένει ο ίδιος. Φέτος δε μειώθηκε. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει δύο χιλιάδες εκατό κενά σε υπαλλήλους. Οι δικαστικές και εισαγγελικές ενώσεις ομιλούν για κενά και στο δικό τους κλάδο.
Δεύτερο. Μηχανογράφηση – μηχανοργάνωση των δικαστηρίων σε μέγιστη υστέρηση.
Τρίτον. Έλλειψη αιθουσών. Λέω κοινότυπα πράγματα. Μα ξέρετε πως ότι στο Εφετείο Αθηνών, όπως είμαστε τώρα, εάν καταδικαστεί ένας πολίτης σε μια ποινή φυλάκισης πλημμεληματικού χαρακτήρα, η έφεσή του θα εκδικαστεί μετά τετραετίαν. Εάν ο πολίτης καταδικαστεί σε κάθειρξη έξη ετών, μέχρι που να εκδικαστεί η έφεσή του θα έχει εκτίσει το μέρος εκείνο της ποινής που θα του δίνει τη δυνατότητα να εξέλθει από τις φυλακές.
Η έγκυος εργαζομένη που θα απολυθεί και που προστατεύται και που ο σκοπός είναι να επαναπροσληφθεί, θα δικαιωθεί μετά τριετίαν τουλάχιστον. Και ο υπάλληλος που θα διεκδικήσει από το δημόσιο τις αποδοχές του σε όλους τους βαθμούς της δικαιοδοσίας, να αναμένει μια εννεαετία με δεκαετία. Τι σημαίνουν αυτά; Στο Εφετείο Αθηνών καθυστερήσαμε, ξέρετε για ποιο λόγο; Γιατί δεν είχαμε πολλές αίθουσες εκεί που στεγαζότανε στην οδό Σωκράτους. Κύρια αιτία και δεν ήτανε πολλές δικάσιμοι. Είδατε πόσο απλά είναι τα πράγματα. Που σημαίνει ότι η υπόθεση Δικαιοσύνη, δεν είναι ασκήσεις επί χάρτου. Είναι το έμπρακτο ενδιαφέρον της πολιτείας να οργανωθεί να λειτουργήσει και να είναι αποτελεσματικός ο θεσμός.
Δεν είναι η τροποποίηση των κανόνων. Δεν είναι η τροποποίηση των Κωδίκων. Εδώ μεταξύ υπουργών του ιδίου κόμματος, τροποποιούνται άρθρα του Ποινικού Κώδικα και της Ποινικής Δικονομίας. Ενώ γνωρίζετε ότι η ασφάλεια του δικαίου, χωρίς να αποβαίνει σε βάρος της παρακολούθησης και της αντιστοιχίας κανόνα δικαίου και κοινωνικών αναγκών, επιβάλλει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί στην τροποποίηση των κανόνων. Και όμως σ΄ αυτά τα νομοσχέδια που ανώτατος κοινοβουλευτικός παράγοντας, τα είπε νομοσχέδια κουρελούδες, σε άσχετα δηλαδή νομοσχέδια, εισάγουμε μεταμεσονυκτίως, διατάξεις που μπορεί να τροποποιούν τη μια διάταξη της Ποινικής Δικονομίας ή την άλλη του Ποινικού Κώδικα.

Η υπόθεση Δικαιοσύνη είναι η υπόθεση χρέος της Πολιτείας.
Η υπόθεση Δικαιοσύνη είναι υπόθεση χρέος της Κοινωνίας.
Η υπόθεση Δικαιοσύνη πρωτίστως όμως είναι χρέος των δικαστικών λειτουργών. Διότι θέλω όμως να είμαι πολύ ειλικρινής.

Υπερασπίζομαι και έχω χρέος να υπερασπιστώ τους ΄Ελληνες δικαστικούς λειτουργούς μέχρι θεσμολαγνείας, αλλά δεν δέχομαι τον μύθο.

Δεν μπορεί να υπάρξει εξουσία χωρίς να ελέγχεται. Αλλά ξεκινάμε από την αφετηρία του θεσμικού σεβασμού. Αλλά θα σε ελέγξω. Γιατί εξουσία που δεν ελέγχεται, οδηγείται σε αδιέξοδο ή σε αυταρχικές επιλογές.



ΝΙΚΟΣ ΚΑΤΣΑΡΟΣ (Δικηγόρος – βουλευτής Λάρισας Ν.Δ.)
 - Από την παρουσίαση του βιβλίου: «Η Δικαιοσύνη στο σκαμνί»

Βιβλιοπωλείο Ελευθερουδάκη 21.3.2001

Όταν εδώ και λίγες μέρες, μου ζήτησε ο κ. Κωνσταντινόπουλος, να είμαι ένας από τους παρουσιαστές του βιβλίου του «Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΣΤΟ ΣΚΑΜΝΙ», ομολογώ ότι με προβλημάτισε πάρα πολύ ο τίτλος και αναρωτήθηκα, αν θα έπρεπε να πω το ναι στον κ. Κωνσταντινόπουλο.

Πάντοτε πίστευα ότι την μόνη σχέση που μπορεί να έχει ο δικαστής με το σκαμνί, θα είναι να αντικρίζει από το ύψος της έδρας εις την οποία βρίσκεται, τον καθήμενο στο σκαμνί, ως εγγυητής των δικαιωμάτων και του ίδιου καθημένου αλλά και των δικαιωμάτων της πολιτείας ή των αντιδίκων του καθημένου στο σκαμνί.
Νομίζω ότι όλοι θέλουμε τον δικαστή, όταν ανεβαίνει στην έδρα, να μας εμπνέει εμπιστοσύνη, να συναισθάνεται την ιερότητα της αποστολής του και την σοβαρότητα του έργου το οποίον επιτελεί.
Θέλουμε τον δικαστή να ακτινοβολεί σιγουριά και ασφάλεια κατά την απονομή της Δικαιοσύνης. Να έχει συναίσθηση του ότι ασκεί λειτούργημα και όχι επάγγελμα. Βεβαίως κανένας μας δεν τον θέλει, ούτε Θεό, ούτε Άγγελο, ούτε και Ήρωα. Άνθρωπο τον θέλουμε για να μπορεί να μας καταλαβαίνει πιο πολύ. Άνθρωπο όμως ακέραιο, έντιμο, καθαρό, αδιάφθορο και πάνω από όλα δίκαιο. Του συγχωρούμε τις ανθρώπινες αδυναμίες. Είναι και εκείνος παιδί του κόσμου τούτου, πλασμένος από τα ίδια υλικά με μας.
Από τη στιγμή όμως που επιλέγει το ύψιστο, θα έλεγα, έργο, την επίζηλη θέση του δικαστή, του κριτή, τότε οπωσδήποτε θα πρέπει να μην διαψεύδει τις ελπίδες που στηρίζονται σ΄ αυτόν, που πολλές φορές είναι και το τελευταίο καταφύγιο του πολίτη και την εμπιστοσύνη με την οποίαν περιβάλλεται.

Ο πολίτης επαναστατεί στη σκέψη και όλοι μας νομίζουμε ότι επαναστατούμε στη σκέψη ότι μπορεί ο δικαστής, έτσι όπως τον έχουμε ανεβάσει μέσα στη συνείδησή μας, να καταντήσει κάποτε να κάθεται στο σκαμνί. Γι΄ αυτό και δεν με τράβηξε – θα έλεγα - ο τίτλος και εξήγησα στον κ. Κωνσταντινόπουλο ότι θα διαβάσω το βιβλίο σας και στη συνέχεια θα δω αν πρέπει να σας πω το ναι ή όχι.
Το διάβασα. Και βεβαίως δέχτηκα.

Ο κ. Κωνσταντινόπουλος με γλαφυρό και πειστικό λόγο που κρατεί αδιάπτωτο το ενδιαφέρον μέχρι τέλος, θέτει και αναλύει το πρόβλημα της διαφθοράς ενός μέρους των δικαστικών λειτουργών.
Αποκαλύπτει και στιγματίζει συμπεριφορές που κλονίζουν το θεμέλιο της ευνομούμενης πολιτείας, τη Δικαιοσύνη. Δεν σκανδαλοθηρεί, δεν γενικεύει, δεν στρέφεται κατά δικαίων και αδίκων. Εντοπίζει το πρόβλημα περιορίζοντάς το στις πραγματικές του διαστάσεις. Σέβεται και εξαίρει το έργο των πολλών, τον κανόνα. Μάλιστα αφιερώνει και το βιβλίο του στους αδέκαστους δικαστές.
Στιγματίζει και στηλιτεύει την εξαίρεση.
Επιχειρεί να εξεγείρει τον κανόνα για να μπορέσει μόνος του να εξαλείψει την εξαίρεση. Και αυτό για να προστατεύσει την ιδέα της Δικαιοσύνης.
Τη Δικαιοσύνη, αυτή είναι η εντύπωση την οποία δημιούργησα εγώ, διαβάζοντας το βιβλίο του κυρίου Κωνσταντινόπουλου, την έχει πάρα πολύ ψηλά μέσα του. Τη σέβεται.
Υμνεί στις σελίδες του βιβλίου του τη συμπεριφορά των τίμιων δικαστών.
Θέλει τον δικαστή να διακρίνεται για το ήθος του, για την ακεραιότητα του χαρακτήρος του, για την ανεξαρτησία της γνώμης του, για την ανθρωπιά του, για την ευρύτητα της σκέψεις του.
Καταφεύγει σε φράσεις μεστές θαυμασμού και επαίνου για τους δικαστές – λειτουργούς.
« Είμαι απόλυτα βέβαιος», γράφει, «ότι στο δικαστικό σώμα υπάρχουν πραγματικά θεράποντες του δικαίου, που όχι μόνον αγωνιούν αλλά και αμύνονται κατά των μηχανισμών που συνθλίβουν συνείδηση, ψυχή και σώμα».
Διαπιστώνει ότι η συνείδηση ενός υγιούς τμήματος του σώματος των δικαστών έχει αρχίσει να επαναστατεί. Δεν είναι τυχαίο που τον τελευταίο καιρό πληθαίνουν αυτοί που μιλούν πια δημόσια για την διαφθορά στην Δικαιοσύνη, για ένα θέμα που άλλοτε εθεωρείτο ταμπού.
Χαιρετίζει το ότι ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, πάρα πολλοί ανώτατοι δικαστικοί, έχουν επανειλημμένα εκφραστεί για τους ηθικά και υπηρεσιακά ανεπαρκείς δικαστές, που με την επιλήψιμη συμπεριφορά τους, έχουν κλονίσει την εμπιστοσύνη του λαού, τόσο στην αμερόληπτη, όσο και στην ορθή κρίση δικαστών και εισαγγελέων. Και συνεχίζει στη σελίδα 141. « Οι δικαστές στο σύνολό τους είναι ακέραιοι και ενάρετοι και δίκαιοι». Συγχωρεί το σφάλμα, την πλάνη. Κατακεραυνώνει όμως την ηθελημένη αδικία, τη διαφθορά, τη συναλλαγή με κακοποιούς, τη συνειδησιακή παραλυσία. «Υπάρχει όμως μια μειοψηφία δικαστών, γράφει στην ίδια σελίδα «που η συμπεριφορά τους τραυματίζει ολόκληρο το σώμα και προκαλεί το κοινό αίσθημα». Ρίχνει τον λίθο του αναθέματος κατά των ελάχιστων εκείνων δικαστών που καθοδηγούν, συμβουλεύουν και προσφέρουν άλλοθι νομιμότητας σε μεγαλοαπατεώνες και οργανωμένα συμφέροντα». Συντάσσεται με την πλειοψηφία των εντίμων και σ΄ αυτήν κυρίως απευθύνεται. Στόχος του είναι το σάπιο. Αυτό πολεμά. Αυτό θέλει να εξολοθρεύσει. Φοβάται να μην αποτελέσει την ιογόνα ζύμη που θα δηλητηριάσει όλο το φύραμα. «Φωτιά και τσεκούρι», κραυγάζει, «επί
επίορκων άδικων και διεφθαρμένων, διαφορετικά η Δικαιοσύνη απόλλυται».
Είναι η φωνή της αγωνίας του. Και απευθύνεται αρμοδίως.
«Οι πολλοί δικαστές θα πρέπει να έχουν το θάρρος να καταγγέλλουν τους ελάχιστους επίορκους. Να συμπήξουν ένα ενιαίο μέτωπο κάθαρσης και να ζητήσουν τη συμπαράταξη σ΄ αυτό όλων των άλλων παραγόντων απονομής της Δικαιοσύνης».
Γνωρίζετε ότι η κάθαρση στο δικαστικό σώμα είναι εσωτερική υπόθεση της ίδιας της Δικαιοσύνης. Δεν αμφισβητεί τις καλές προθέσεις. Τις προθέσεις πάταξης της διαφθοράς, όπου υπάρχει και όσης υπάρχει. Ζητεί όμως από την ηγεσία της Δικαιοσύνης αποτελεσματικές πράξεις και όχι μόνο καλοπροαίρετες δηλώσεις. Ο λαός μας βαρέθηκε τις καλές προθέσεις. Τον κούρασαν οι καλοπροαίρετες δηλώσεις. Τα έργα περιμένει. Και ελάχιστα έργα αντικρίζει σ΄ αυτό τον τομέα. Πολύ δειλές προσπάθειες.
Ζητεί από την ίδια τη Δικαιοσύνη, στην οποία ο κυρίαρχος λαός εκχώρησε αυτή την προνομία, αυτό το δικαίωμα, να αυτοκαθάρει, να αποκαθάρει η ίδια τα του οίκου της.
Επισημαίνει όμως και τον θανάσιμο κίνδυνο της πάταξης της διαφθοράς. Τρέμει και επαναστατεί στη σκέψη, ότι αν επικρατήσει μια συντεχνιακή αντίληψη στους έντιμους για τους διεφθαρμένους και τους ανεπαρκείς, τότε «εάλω η πόλις». Και στη σκέψη αυτή οδηγείται και διαπιστώνει ότι η κοινή γνώμη διακρίνει μια ανεξήγητη συντεχνιακή νοοτροπία συγκάλυψης, με αποτέλεσμα να πληθαίνουν οι κακοί και οι ανέντιμοι και έτσι γενικεύεται η εικόνα.
Ο κ. Κωνσταντινόπουλος στο βιβλίο του αναφέρεται και σε μερικές άλλες παραμέτρους του προβλήματος. Γράφει: « Μερικοί δικαστές καταντούν υποχείρια εκβιασμών κυκλωμάτων που έχουν καταγράψει και ξέρουν πολύ καλά τα κουσούρια και τις αδυναμίες τους.» Δεν αφήνει επίσης εκτός βολής και τους συμμετόχους, με κάθε έννοια, στις πράξεις διαφθοράς κάποιων δικαστών, που συνήθως προέρχονται και από το σώμα των δικηγόρων, των συμβολαιογράφων, των κρατικών λειτουργών. Και βεβαίως επικρίνει το σύστημα επιλογής των δικαστών, τις παρεμβάσεις του πολιτικού κόσμου, το δικαιικό μας συνολικά σύστημα, το οποίο πάρα πολύ σωστά, ιδιαίτερα για ορισμένες επιλογές κάποιων κατηγοριών, επεσήμανε ο πρόεδρος, ο κ. Ρουπακιώτης και τις θεωρεί ότι όλες αυτές βοηθούν προς την δημιουργία και την έκβαση και την οξύτητα αυτού του προβλήματος.
Τα περιστατικά διαφθοράς τα οποία αναφέρει στο βιβλίο του είναι λίγα. Ασφαλώς είναι εκείνα τα οποία υπέπεσαν στην αντίληψή του. Δεν είναι βεβαίως τα μόνα. Γενικά όμως πρέπει να παρατηρήσουμε ότι είναι πολύ λίγα. Στο χώρο όμως της Δικαιοσύνης και τα σχετικά λίγα αυτά περιστατικά είναι πάρα πολλά. Όταν το αντικείμενό της είναι η πάταξη της διαφθοράς και η ορθή και αμερόληπτη απονομή της Δικαιοσύνης. Για τη Δικαιοσύνη ισχύει το ευαγγελικό: «Αν το άλας μωρανθεί εντινα αλεσθήσεσθε».Και όσα και αν είναι δεν μπορεί να υπάρξει εφησυχασμός, ιδιαίτερα δε στην εποχή μας.
Τώρα που οι προσκλήσεις γίνονται κάθε μέρα και μεγαλύτερες και δυνατότερες και πιεστικότερες, τώρα που η παράξενη εποχή κινδυνεύει να μας πείσει, ότι οι τίμιοι είναι, επιτρέψτε μου και τη λέξη, τα κορόιδα και οι έξυπνοι είναι οι αετονύχηδες, οι απατεώνες, εκείνοι που δεν έχουν κανένα ιερό και όσιο, κανένα ηθικό, δισταγμό, κανένα σεβασμό σε κανένα δικαίωμα κανενός. Η επώνυμη αναφορά σε ορισμένους απλούς πολίτες και ορισμένους δικαστάς που υπήρξαν πρωταγωνιστές, που περιγράφει στο βιβλίο του ο κ. Κωνσταντινόπουλος, πιστεύω ότι δεν έγινε για προσωπικούς λόγους.
Δεν βγαίνει κάτι τέτοιο, ούτε σαν υποψία από το βιβλίο του. Είμαι βέβαιος ότι αν ήταν δυνατόν να πει όσα λέει στο βιβλίο του και να πείσει για την ακρίβειά τους και για την έκταση του κινδύνου αυτού της Δικαιοσύνης, χωρίς την αναφορά στα επώνυμα συγκεκριμένα παραδείγματα, πιστεύω θα το έκανε με πάρα πολύ μεγάλη ευχαρίστηση. Καταφεύγει όμως στους επώνυμους, στις επώνυμες αναφορές και μάλιστα με έμφαση σε κείνες που υπάρχει η ανέκκλητη κρίση και αναντίλεκτη επιβεβαίωση για να πείσει για το ασφαλές των λόγων του.
Θέλει να εξεγείρει συνειδήσεις και για να γίνει αυτό, απαιτείται βεβαιότητα λόγων και μάλιστα αναμφισβήτητη. Και όχι μόνον αυτό. Αλλά και απόδειξη και της έκτασης της διαφθοράς και της οξύτητας του προβλήματος και των κινδύνων που περικλείει. Αν αναφέρθηκε ο κ. Κωνσταντινόπουλος σε συγκεκριμένα περιστατικά, το έκαμε για να πείσει και τους πλέον δύσπιστους. Αλλά και για να δικαιούται να ελπίζει, όπως γράφει, ότι αυτό το βιβλίο θα λειτουργήσει όπως το πέταγμα της πέτρας σε ήρεμα, βαλτωμένα όμως νερά. Εδώ θα μου επιτρέψετε, τελειώνοντας, να διαφωνήσω μαζί σας σ΄ αυτό το σημείο, γιατί ως άνθρωπος ο οποίος έζησε στην επαρχία και ο οποίος, πάρα πολλές φορές πέταξε πέτρες, ακόμα και κοτρόνες σε βαλτωμένα νερά, έχω την εξής εμπειρία: Δεν ταράχτηκαν τα νερά, ούτε δημιούργησαν κυματισμούς. Ακούστηκε ένας ξερόγδουπος και χάθηκε η πέτρα. Δεν νομίζω λοιπόν ότι πρέπει να είστε τόσο πολύ αισιόδοξος. Αυτός ο γδούπος καμιά φορά κάτι μπορεί να κάνει. Δεν φτάνει όμως ούτε μόνον αυτός ούτε και πολλές άλλες πετριές, οπουδήποτε κι΄ αν πέσουν, κι΄ οτιδήποτε κι΄ αν χτυπήσουν και όσο θόρυβο κι΄ αν κάνουν. Πρέπει πάρα πολλά να γίνουν στο χώρο της Δικαιοσύνης. Επεσήμανε πολλά από αυτά και ο κ. Ρουπακιώτης. Αλλά πάνω απ΄ όλα εκείνο που έχει νομίζω μεγαλύτερη σημασία, είναι να δημιουργήσουμε ανθρώπους να βελτιωθεί το επίπεδο των ανθρώπων. Ανθρώπους με αρχές με ιδανικά και βεβαίως πρέπει να ευρεθεί ένας ασφαλής τρόπος αυτοί οι άνθρωποι να γίνουν λειτουργεί της θέμιδος.
Εκείνο θα ήταν αποτελσματικότερο. Επίσης δεν είμαι αισιόδοξος, όπως γράφετε στο βιβλίο σας, ότι εύχεστε να είναι το τελευταίο βιβλίο που γράφετε με αυτόν τον στόχο..
Δεν ξέρω! Θα χρειαστούν ίσως πάρα πολλά, αν ακριβώς δεν γίνουν όλα αυτά που επισημάνθηκαν προηγουμένως.


ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΛΑΦΑΖΑΝΗΣ (Δημοσιογράφος- βουλευτής ΣΥΝ) - Από την παρουσίαση του βιβλίου: «Η Δικαιοσύνη στο σκαμνί»

Βιβλιοπωλείο Ελευθερουδάκη 21.3.2001

Νομίζω ότι είμαι ο μόνος μη νομικός στην παρέα. Δεν ξέρω αν είναι πλεονέκτημα αυτό ή ελάττωμα. Αν και έχω δει ότι στην πολιτική, αν δεν είσαι νομικός σε βλέπουν με μισό μάτι.
Δεν το θεωρώ πάντως ούτε πλεονέκτημα, ούτε και ελάττωμα. Αλλά μου δίνει τη δυνατότητα να πω δυο λόγια για το βιβλίο, παραμερίζοντας ένα πόνημα που είχα καταγράψει. Διότι θεωρώ πολύ ζεστή την ατμόσφαιρα και θέλω να μιλήσω, με αυτά που θα πω, λίγο από καρδιάς.
Θεωρώ λοιπόν ότι μπορώ να μιλήσω και ως τρίτος κατά κάποιο τρόπο και για το βιβλίο. Μη νομικός δηλαδή και για το θέμα της Δικαιοσύνης.

Εγώ θα σας πω ειλικρινά αυτό που πιστεύω, ότι η Δικαιοσύνη αντιμετωπίζει και αυτή μια κρίση. Όπως βρίσκεται σε κρίση, κατά τη γνώμη μου, όλη η κοινωνία. Συνήθως εστιάζουμε να καταγράφουμε αυτή την κρίση στην πολιτική. Αλλά νομίζω, ότι δυστυχώς δεν συγκεντρώνεται μόνο εκεί το πρόβλημα. Επεκτείνεται. Και επεκτείνεται σε όλους τους βασικούς θεσμούς αυτής της κοινωνίας μας. Γι΄ αυτό θεωρώ εξαιρετικό το βιβλίο του κ. Κωνσταντινόπουλου και τολμηρό τον τίτλο και το περιεχόμενό του. Τολμηρό γιατί είναι δύσκολο να γράψει κανείς με τόσο ανοιχτό μυαλό, αλλά και με καθαρό τρόπο για τα κακώς κείμενα, ειδικά στο χώρο της Δικαιοσύνης.
Όλοι σκέφτονται το αύριο. Όλοι σκέφτονται ότι είναι άνθρωποι. Και μιλώντας για τη Δικαιοσύνη με έναν τόσο σκληρό, θα έλεγα, αλλά πραγματικό τρόπο, διότι δεν μιλάει με θεωρίες, αλλά με γεγονότα ο κ. Κωνσταντινόπουλος, κατά κάποιο τρόπο εκτίθεται και αναλαμβάνει μια ευθύνη αυτής της έκθεσής του και πιστεύω ότι είναι τόλμημα αυτό.
Νομίζω ότι θα το συνεχίσει. Διότι άνοιξε ένα δρόμο, ο οποίος δεν κλείνει εύκολα και σε παρασύρει ο ίδιος αυτός δρόμος να τον περπατήσεις ολόκληρο. Είπα ότι η Δικαιοσύνη, κατά τη γνώμη μου, αντιμετωπίζει μια κρίση. Ο κ. Κωνσταντινόπουλος εντοπίζει αυτή την κρίση κυρίως στους διεφθαρμένους δικαστές. Και πράγματι υπάρχουν και διεφθαρμένοι δικαστές. Εγώ νομίζω ότι αυτό είναι η μια πλευρά του παγόβουνου. Η πιο ορατή ίσως. Διότι διεφθαρμένοι δικαστές υπάρχουν και υπήρχαν ανέκαθεν θα έλεγε κανείς και θα υπάρχουν και στο μέλλον. Αυτό δεν οδηγεί, κατ΄ ανάγκην, σε κρίση και σε πρόβλημα.
Το θέμα είναι ότι έχουμε σήμερα, θα μου πείτε, πολλούς σε αριθμό διεφθαρμένους δικαστές. Βεβαίως αυτό είναι ένα πρόβλημα που πρέπει να το δούμε. Να προβληματιστούμε. Αλλά το ερώτημα που πρέπει να θέσουμε είναι: Γιατί τόσοι πολλοί διεφθαρμένοι δικαστές στην εποχή μας; Όπως και διεφθαρμένοι δημοσιογράφοι, όπως και διεφθαρμένοι πολιτικοί.
Τι φταίει; Εγώ δεν είμαι υπέρ της λογικής να χωρίζουμε τον κόσμο και να νομίζουμε ότι κάνουμε μια μεγάλη ανακάλυψη, σε έντιμους και διεφθαρμένους και σε μια λογική στείρας ηθικολογίας. Η ηθικολογία ποτέ δεν αποδίδει. Αν υπάρχει κάτι που πρέπει να εξετάσουμε είναι το γιατί. Γιατί τόσοι πολλοί δικαστές, τόσοι πολλοί πολιτικοί, για να το επεκτείνω, τόσοι πολλοί δημοσιογράφοι είναι βουτηγμένοι μέχρι μυελού οστέων, θα έλεγε κανείς και δακτυλοδεικτούμενοι ορισμένοι καραμπινάτοι δακτυλοδεικτούμενοι στη διαφθορά. Που οφείλεται αυτό; Νομίζω ότι αυτό θα είχε μια αξία τουλάχιστον πολιτική και κοινωνική να συζητήσουμε, διότι το άλλο θα μας οδηγούσε ίσως σε πολύ λαθεμένους, ίσως και φασιστικούς δρόμους. Διότι θα μπορούσε κανείς να απαντήσει. Τα προβλήματα αναξιοπιστίας και κρίσης που αντιμετωπίζουν σοβαροί θεσμοί σήμερα, λέγοντας να φύγουν οι διεφθαρμένοι και να έρθουν οι έντιμοι. Αλλά τούτο το κυνήγι, καταλαβαίνετε μέχρι που μπορεί να οδηγήσει τα πράγματα. Πάντως όχι στην αναβάθμιση της ίδιας της Δημοκρατίας. Γι΄ αυτό εγώ θα κατέληγα στο εξής: Σε μια κοινωνία και σε ένα οικονομικό σύστημα, στο οποίο υπέρτατη αξία είναι το χρήμα, το κέρδος και ο πλούτος, αυτά είναι που κυριαρχούν.
Θέλουμε να υπάρχουν πολιτικοί στεγανοποιημένοι, δικαστές στεγανοποιημένοι, δημοσιογράφοι στεγανοποιημένοι, οι οποίοι θα έχουν υπέρτατο ιδανικό τους την πενία; Μου φαίνεται πάρα πολύ απίθανο και αρκετά αντιφατικό. Επομένως εγώ εκεί εστιάζω το πρόβλημα, το οποίο παίρνει όλο και πιο πολύ μεγαλύτερη έκταση, της διαφθοράς.
Το πρόβλημα των διεφθαρμένων συνειδήσεων το οποίο παίρνει, θα έλεγα εφιαλτικές διαστάσεις. Επειδή ο κ. Κωνσταντινόπουλος έγραψε με παραδείγματα, πράγμα που είναι πάρα πολύ σημαντικό, μίλησε με ονόματα και καταστάσεις, θα ήθελα να κλείσω και εγώ με κάτι από το χώρο της Δικαιοσύνης, που έγινε τελευταία και μου είχε κάνει τρομαχτική εντύπωση.
Μου έχει κάνει τρομαχτική εντύπωση διότι είναι ένα τεράστιο ηθικοπολιτικό και εθνικό θέμα. Αναφέρομαι στην ιστορική απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, η οποία δικαιώνει τα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας στη χώρα μας. Μια απόφαση η οποία απέρριψε την προσφυγή του γερμανικού δημοσίου, το οποίο επεκαλείτο την ετεροδικία. Την απέρριψε και έκρινε ότι τα ελληνικά δικαστήρια μπορούν και έχουν δυνατότητα να δικάζουν και να αποφαίνονται υπέρ των θυμάτων επιδικάζοντας αποζημιώσεις.
Ήρθε μετά η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου και με μια πλειοψηφία 16 – 4 απέρριψε την αίτηση αναίρεσης του γερμανικού δημοσίου. Τεράστιας σημασίας απόφαση για μια χώρα η οποία υπέστη τα πάνδεινα από τη ναζιστική θηριωδία και η οποία, πρέπει να σημειώσουμε, ότι δεν έχει πάρει αποζημίωση. Είναι η μόνη Ευρωπαϊκή χώρα που δεν έχει πάρει αποζημίωση για τις ζημιές και τις καταστροφές που υπέστη από τη γερμανική κατοχή. Τι βλέπω μετά;
Προς μεγάλη μου έκπληξη, αν και δεν είμαι νομικός αλλά μου κάνει εντύπωση ως πολίτης αλλά και αν θέλετε ως πολιτικός. Ξανακάνει δεύτερη προσφυγή το γερμανικό δημόσιο με δυο χουντικούς δικηγόρους να υποστηρίζουν τη γερμανική προσφυγή, αποβληθέντες από την πρώτη κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας από καθηγητές Νομικής Σχολής, λόγω χουντικής δράσης. Αυτούς επέλεξε το γερμανικό δημόσιο να κάνει την προσφυγή του, δεν βρήκε άλλους, εν πάσει περιπτώσει. Κάνει νέα αίτηση αναίρεσης μετά από σχετική απόφαση που δικαίωνε τα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας το Εφετείο Αθηνών για τον ίδιο λόγο και εξετάζεται η νέα αίτηση αναίρεσης από το Γ΄ τμήμα του Αρείου Πάγου. Και το Γ΄ τμήμα του Αρείου Πάγου, έρχεται και αμφισβητεί την απόφαση της Ολομέλειας και παραπέμπει το θέμα, άκουσον! άκουσον! Το κρίνω εγώ πολιτικά και ηθικά, δεν το κρίνω αυτή τη στιγμή νομικά, αν και έχω ρωτήσει νομικούς, οι οποίοι μου έχουν πει ότι αυτό δημιουργεί και νομικά τεράστια ερωτηματικά, παραπέμπει το θέμα προς τελική κρίση για να απορριφθεί δηλαδή, η απόφαση της Ολομέλειας στο ειδικό δικαστήριο του άρθρου 108 του Συντάγματος νομίζω. Και ερωτώ εγώ ως τρίτος. Τι είδους Δικαιοσύνη είναι αυτή; Αυτό δεν είναι ένα παράδειγμα κρίσης του δικαιικού αυτού θεσμού για ένα τόσο πελώριο πολιτικό και κοινωνικό θέμα; Και εδώ για να λέμε και τα πράγματα με το όνομά τους είναι ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου, ο οποίος δυστυχώς υπεισέρχεται σ΄ αυτή την προσπάθεια ανατροπής. Διότι ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου και προήδρευε της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου και εκεί μειοψήφησε. Αν θυμάμαι καλά ήταν στους τέσσερις που μειοψήφησαν στην απόφαση της Ολομέλειας. Όταν στο Α΄ τμήμα έρχεται, αφού είχε εκφράσει τη γνώμη του στην Ολομέλεια να προεδρεύσει σ΄ αυτό το τμήμα το οποίο θέτει σε αμφισβήτηση την απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου. Και σας ρωτάω. Αν το Ειδικό Δικαστήριο, το οποίο θα γίνει με πρόεδρο μάλιστα τον κύριο Ματθία, τον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, δικαιώσει το γερμανικό δημόσιο, που πάει η Δικαιοσύνη;
Δηλαδή για δεύτερη φορά, στα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας, θα δοθεί με μια απόφαση των Ελληνικών Δικαστηρίων στο ανώτατό τους επίπεδο, η δεύτερη χαριστική βολή.
Γι΄ αυτό λέω ότι υπάρχει κρίση στο χώρο της Δικαιοσύνης. Η κρίση, στη μια πλευρά της είναι οι διεφθαρμένοι δικαστές, αλλά το βαθύτερο πρόβλημά της είναι ιδεολογικοπολιτικό κατά την ταπεινή μου γνώμη. Όπως ιδεολογικο -πολιτικό, σε τελική ανάλυση, είναι το πρόβλημα της κρίσης που αντιμετωπίζει σήμερα, συνολικότερα η ελληνική κοινωνία. Οι απαντήσεις δεν είναι δικές μου. Μπορεί να έχω και εγώ μια απάντηση, αλλά νομίζω ότι ο προβληματισμός γι΄ αυτού του είδους απαντήσεις είναι όσο ποτέ πιο επίκαιρες για τη χώρα μας.


ΣΩΤΗΡΗΣ ΚΑΤΣΑΡΟΣ (Δικηγόρος – πρώην Πρόεδρος Πρωτοδικών) - Από την παρουσίαση του βιβλίου: «Η Δικαιοσύνη στο σκαμνί»

Βιβλιοπωλείο Ελευθερουδάκη 21.3.2001

Κύριε πρόεδρε κ. εισαγγελείς εφετών, κυρίες και κύριοι.
Είναι μεγάλη τιμή για μένα που μπορώ και παρουσιάζω και εγώ μαζί με εκλεκτούς παρουσιαστές, το βιβλίο του κ. Τάκη Κωνσταντινόπουλου.
Ήθελα πολλά από αυτά που ειπώθηκαν να τα πω και εγώ. Αλλά δεν θα τα πω για να μην σας κουράσω.
Επιτρέψτε μου να σταθώ μόνο στη σελίδα 35.
«Τα τελευταία χρόνια η ποιοτική υποβάθμιση της Δικαιοσύνης, έχει πάρει κυριολεκτικά τραγικές διαστάσεις. Η βασική αιτία αυτής της απαράδεκτης κατάστασης είναι το χαμηλό επιστημονικό επίπεδο των δικαστών σε όλες τις βαθμίδες για να συνεχίσει στη σελίδα 48 και να κάνει λόγο για βιομηχανοποίηση της διαδικασίας.

Επιτρέψτε μου να σταθώ μόνο στο σημείο αυτό.
Από το σύνολο των υποθέσεων στις 248 σελίδες που διάβασα στο βιβλίο του κ. Κωνσταντινόπουλου, περισσεύει ο πόνος από άδικες αποφάσεις.
Υπάρχουν δίκαιες αποφάσεις και άδικες αποφάσεις. Υπάρχουν νόμιμες αποφάσεις, οι οποίες είναι εξίσου άδικες. Αυτό είναι το πρόβλημα.
Δεν φτάνει να είναι νόμιμη μια απόφαση. Πρέπει να είναι και δίκαιη. Και ο κ. Κωνσταντινόπουλος έχει σταθεί, με μια πολύπλευρη, πολύχρονη έρευνα, η οποία βασίζεται σε κάποιες αρχές κοινωνικής ψυχολογίας και δένεται με όλη αυτή την ύλη του βιβλίου από την ιδέα της Δικαιοσύνης. Έχει σταθεί ακριβώς σ΄ αυτό τον μεγάλο πόνο από άδικες αποφάσεις. Από αυτό το υλικό μέσα, βγαίνει ότι η μια από τις αιτίες που υπάρχουν αυτές οι άδικες αποφάσεις, είναι η έλλειψη παιδείας και η έλλειψη ήθους.
Το να μιλάμε γενικά για διαφθορά και διεφθαρμένους δικαστές, είναι κάποιες λέξεις χτυπητές και βαριές, οι οποίες μπορεί να μην μεταφράζονται ή να μην αναλύονται περισσότερο.
Αν μιλήσουμε όμως για έλλειψη παιδείας, είτε νομικής, είτε ευρύτερης παιδείας και για έλλειψη ήθους, από κει και μετά προσδιορίζουμε πλέον μια από τις βασικές αιτίες που κάνουν να βγαίνουν αυτές οι άδικες αποφάσεις, οι οποίες μπορεί να είναι ένα προϊόν προχειρότητας, ένα προϊόν ασυνειδησίας ή ένα προϊόν επηρεασμού.
Υπάρχει πρόβλημα άδικων αποφάσεων και αυτό έχει σαν αιτία την έλλειψη ήθους και το χαμηλό επίπεδο των δικαστών. Είναι θέμα παιδείας και αυτό το επισημαίνει στο βιβλίο του ο κ. Κωνσταντινόπουλος.
Εκείνο λοιπόν το οποίο έχει σημασία είναι ακριβώς να δούμε αυτή την αιτία. Όταν το Σύνταγμα με τις συνταγματικές επιταγές, προστάζει τον δικαστή να απονέμει δικαιοσύνη με προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία, του λέει ακριβώς αυτό. Ότι δεν είσαι καθόλου ανεξάρτητος. Θα πρέπει να έχει γνώσεις και το ήθος να απονέμεις δικαιοσύνη. Αλλιώς τι είδους προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία μπορεί να έχει ένας δικαστής, ο οποίος δεν έχει τη γνώση και δεν έχει το ήθος για να απονέμει δικαιοσύνη;
Δεν είναι ανεξαρτησία. Είναι δουλεία στην άγνοια αυτό το πράγμα. Άρα λοιπόν για να είναι ένας δικαστής, ένας δικαστικός λειτουργός, (όταν λέω δικαστής εννοώ και τον εισαγγελικό λειτουργό, τον οποίο το Σύνταγμα του 1975 τον αναβιβάζει πλέον στη θέση του), ακριβώς αυτό το πράγμα κάνει ο δικαστής. Γνωρίζει, πιστεύει και αποφασίζει. Άρα λοιπόν μια από τις κύριες αιτίες αυτής της βιομηχανίας των άδικων αποφάσεων, είναι ακριβώς αυτή η έλλειψη δικαστικής παιδείας.
Επιτρέψτε μου να σας πω κάτι ωραίο που είχε πει ο Τσώρτσιλ. «Ο δικαστής λέει, πρέπει να είναι τζέντελμαν. Άμα ξέρει και λίγα νομικά αυτό είναι καλό»
Εννοούσε, ότι θα πρέπει να έχει εκείνο το περιεχόμενο το αριστοκρατικό, το οποίο θα εμπνέει την εμπιστοσύνη, αλλά και ο ίδιος θα αισθάνεται ανεξάρτητος για να μπορέσει να εργαστεί επάνω σ΄ αυτό το λειτούργημα, που δεν έχει ωράρια, έχει πολύ πόνο και εν πάση περιπτώσει, ο πραγματικός δικαστής δεν περιμένει καμία αναγνώριση. Το θέμα είναι να απονέμει δικαιοσύνη.

Έχω ενώπιόν μου και με δέος το λέω, πρώην πρόεδρο του Αρείου Πάγου, Εισαγγελείς Εφετών, έγκριτους νομικούς, οι οποίοι γνωρίζουν τι σημαίνει να πονάει ο δικαστής και πράγματι πονάει. Η μεγάλη πλειοψηφία των δικαστών δουλεύει κάτω από συνθήκες πάρα πολύ σκληρές. Όμως ο κ. Κωνσταντινόπουλος στο βιβλίο του μας μεταφέρει σ΄ αυτή τη μειοψηφία, στην οποία τρομάζει μπροστά σ΄ αυτό το εύρος της αδικίας. Οι υποθέσεις, οι οποίες κατά συρροή σε διάφορα δικαστήρια, η ίδια υπόθεση δεν δικαιώθηκε ποτέ.
Με συνταρακτικά στοιχεία, με έγγραφα, έρχεται ο. Κωνσταντινόπουλος και ρωτάει. Εδώ έχουμε διαφθορά; Έχουμε έλλειψη παιδείας; Έχουμε ανικανότητα; Τι έχουμε;
Δίνει τις απαντήσεις του ο κ. Κωνσταντινόπουλος και είναι πειστικότατες.
Είναι ακριβώς αυτή η έλλειψη της δικαστικής παιδείας λέω εγώ. Που μέσα στη δικαστική παράδοση και είναι και εκείνο το ήθος που γεμίζει τον δικαστή.
Φανταστείτε έναν δικαστή με μια πορφυρή τήβεννο επάνω σε μια έδρα χρυσελεφάντινη. Αν δεν έχει αυτό το περιεχόμενο της εσωτερικής ανεξαρτησίας, αυτό μάλλον είναι μαριονέτα, δεν είναι δικαστής. Και βλέπετε επάνω στην έδρα των δικαστηρίων αυτούς τους δικαστές που κοσμούν τις έδρες και είναι πολλοί και τους χαίρεσαι, διότι μία κουβέντα λένε και λάμπει το δίκιο.
Και υπάρχει μια, πιθανόν σημαντική λέω εγώ, μειοψηφία, η οποία πολύ βιαστικά, πολύ στο γόνατο, δεν απονέμει δικαιοσύνη. Έχει επαγγελματοποιήσει τα πάντα και βγάζει αποφάσεις με το κομμάτι με τον μήνα. Έχουμε και τέτοια παραδείγματα.
Στέκεται λοιπόν ο κ. Κωνσταντινόπουλος σ΄ αυτή την αδικία που συνατάει ο πολίτης, που δεν μπορεί να βρει μία απάντηση. Μα καλά δεκαπέντε χρόνια, τόσα δικαστήρια, με τόσα συνταρακτικά στοιχεία και δεν μπόρεσε αυτός ο άνθρωπος να βρει το δίκιο του; Τι μεσολάβησε; Μεσολάβησε κάποιος διεφθαρμένος δικαστής; Μα όλοι διεφθαρμένοι για δεκαπέντε χρόνια; Κάποια άλλη αιτία υπάρχει στη προκειμένη περίπτωση.
Δεν μπορεί σύνολο πρωτοδικών, σύνολο εισαγγελέων, σύνολο δικαστών, σύνολο εφετών ακόμη και κάποιοι πιθανόν αρεοπαγίτες που δεν είδαν τα πράγματα με το όνομά τους, να είναι όλοι διεφθαρμένοι;
Υπάρχει αυτή η αιτία της έλλειψης δικαστικής παιδείας η οποία δυστυχώς παρουσιάζεται μέσα σ΄αυτές τις αποφάσεις.
Γι΄ αυτό και εντοπίζω το πρόβλημα, ότι είναι πρόβλημα εσωτερικής ανεξαρτησίας των δικαστών.
Εγώ κάνω μία τολμηρή πρόταση ενώπιόν σας. Το βιβλίο του κ. Κωνσταντινόπουλου και κάποια άλλα βιβλία, ακριβώς επειδή έχουν αυτή την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, βλέπουν τα πράγματα πίσω από τη βιτρίνα και μας προβληματίζουν πάρα πολύ, τι ακριβώς συμβαίνει, να διδάσκεται στη Σχολή Δικαστών. Δεν μπορεί στη Σχολή Δικαστών να ξανακάνουν πάλι Πολιτική Δικονομία. Την Πολιτική Δικονομία την κάνουν στο Πανεπιστήμιο. Κάναμε στα φροντιστήρια. Εν πάση περιπτώσει ο δικαστής που έχει τον κώδικα μπροστά του και κάποιος μεγάλος καθηγητής, ο αείμνηστος Μπαλής, είχε πει. Το καλύτερο βιβλίο είναι αυτό που έχει το καλύτερο ευρετήριο. Ένας δικαστής, ο οποίος μπορεί να μην ξέρει κάτι και καλώς δεν τα ξέρει όλα, ανοίγει το βιβλίο, ανοίγει τον Ποινικό Κώδικα, ανοίγει τον Αστικό Κώδικα και βρίσκει. Εκείνο το οποίο δεν θα βρει ο δικαστής είναι εκείνη ακριβώς η φλόγα, την οποία θα πρέπει να την πάρει από κάποια βιβλία, από κάποιες εμπειρίες μέσα στη Σχολή Δικαστών.
Προτείνω λοιπόν τέτοια βιβλία θα πρέπει να τα αγκαλιάσουμε, να μας προβληματίσουν και να τα δώσουμε να προβληματίσουν κάποιους νέους, οι οποίοι μπαίνουν με μεγάλη αγάπη, με πολλά ιδανικά στο δικαστικό σώμα στην Ελλάδα. Και γνωρίζετε όλοι, ότι το δικαστικό σώμα στην Ελλάδα ακόμα κρατάει πάρα πολύ ψηλά τη θέση του. Μα πάρα πολύ ψηλά. Έχει δε και ένα φοβερό πλαίσιο και πλέγμα προστασίας δικαστικής ανεξαρτησίας. Ε! τι άλλο θέλουμε; Θέλουμε ακριβώς αυτή τη διδασκαλία του κ. Κωνσταντινόπουλου και του κάθε κ. Κωνσταντινόπουλου.

Αυτή τη στιγμή – δεν θα σας κουράσω, τελειώνω – βρισκόμαστε στο 2001. Δεν το λέω ως ορόσημο. Δεν υπάρχουν ορόσημα. Εκείνο το οποίο είναι ζητούμενο πλέον σε έναν σύγχρονο πολιτισμό και μ΄ αρέσει να το λέω αυτό, ότι κάπου το διάβασα, είναι ότι η μελλοντική Δικαιοσύνη, όπως την σχεδιάζουμε είναι σημερινός πολιτισμός. Πρέπει να σχεδιάζουμε μια μελλοντική Δικαιοσύνη. Δεν μπορεί αποσπασματικά κάθε φορά να θεραπεύουμε τα πράγματα. Και το ζητούμενο πλέον σ΄αυτόν τον πολιτισμό μας το καινούργιο ποιο είναι; Είναι ένα δίκαιο κράτος.
Προσέξτε παρακαλώ δεν μιλάω για κράτος δικαίου. Το κράτος δικαίου άφησε το αστυνομικό κράτος. Το ζήσαμε, το έχουμε. Είναι ένα κράτος αυτοπεριορισμού. Είναι ένα κράτος, το οποίο μας απαγορεύει κάθε φορά να αλλάζουμε τους κανόνες, σύμφωνα με τα συμφέροντά μας.
Αλλά δεν μιλάμε για ένα κράτος δικαίου. Μιλάμε για ένα δίκαιο κράτος.



Κ. ΓΙΑΝΝΑΔΑΚΗΣ (Δικηγόρος) - Από την παρουσίαση του βιβλίου: «Η Δικαιοσύνη στο σκαμνί»

Ηράκλειο 30.3.2001

Αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία που δίνει στη δημοσιότητα το βιβλίο του δημοσιογράφου κ. Τάκη Κωνσταντινόπουλου «Η Δικαιοσύνη στο σκαμνί». Στοιχεί απου αναφέρονται στη διαφθορά της ελληνικής δικαιοσύνης. Με το βιβλίο «φωτίζονται» συγκεκριμένα περιστατικά διαφθοράς δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών, οι οποίοι προχώρησαν σε εγκληματική αθώωση ανθρώπων, που εκατηγορούντο δικαίως για παράνομες πράξεις. Βέβαια, το βιβλίο απαριθμεί και τις αιτίες του φαινομένου, καθώς και τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν, για να πάψει να εμφανίζεται.

Η παρουσίαση του βιβλίου έγινε στο Ηράκλειο την Πέμπτη 29 Μαρτίου, στην αίθουσα εκδηλώσεων του δημοτικού μεγάρου της οδού Ανδρόγεω (Αναφερθήκαμε σε σχετικό μας ρεπορτάζ, στο φύλλο μας του Σαββάτου 31 Μαρτίου).

Την παρουσίαση έκαναν ο ίδιος ο συγγραφέας, ο δικηγόρος και δημοσιογράφος, πρώην Δήμαρχος Ηρακλείου και πρώην Ευρωβουλευτής κ. Μανόλης Καρέλλης και ο δικηγόρος κ. Κώστας Γιανναδάκης.

Το κείμενο λοιπόν της σχετικής ομιλίας του κ. Γιανναδάκη δημοσιεύουμε σήμερα.
Όπως θα διαπιστώσετε, είναι εξίσου, με το βιβλίο. Αποκαλυπτική.


Αγαπητοί συνάδελφοι, κύριοι και κυρίες,

Μέχρι τις αρχές του περασμένου έτους πίστευα ότι η οποιαδήποτε αντίδραση σε τυχόν εσκεμμένη παραβίαση του Δικαίου από τους εφαρμοστές του, δηλαδή από τους Εισαγγελικούς και Δικαστικούς Λειτουργούς, θα έπρεπε να κατευθύνεται σιωπηλά προς τον Εισαγγελέα και τα άλλα ελεγκτικά όργανα του Αρείου Πάγου. Και τούτο για να μη δημιουργούνται γενικότερες δυσμενείς εντυπώσεις σε βάρος του κύρους του θεσμού της Ελληνικής Δικαιοσύνης, τον οποίο όλοι έχομε υποχρέωση να σεβόμαστε και να διαφυλάττουμε.

Με βάση αυτές τις σκέψεις, όταν αντιλαμβανόμουν την οποιαδήποτε παρεκτροπή κάποιου από τους λειτουργούς της Θέμιδος, η οποία είχε γενικότερη σημασία, και συνιστούσε πειθαρχικό παράπτωμα, χωρίς κανένα δισταγμό, συνέτασσα τη σχετική αναφορά μου και την έστελνα στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Έτσι από το έτος 1980 μέχρι το 1997 είχα στείλει τέσσερις αναφορές από τις οποίες οι πρώτες τρεις έλαβαν αντίστοιχους αριθμούς πρωτ. 2934/6-7-1981, 289/21-1-1991, 5321/18-12-1991 στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου.

Για την τέταρτη που φέρει χρονολογία 12-6-1997 δεν έχω κρατήσει αριθμό πρωτοκόλλου.
Για όλες διατάχθηκε ο σχετικός έλεγχος και θυμάμαι πολύ καλά ότι δύο Πρόεδροι Πρωτοδικών του Πρωτοδικείου Ηρακλείου κατά τις καταθέσεις μου σ’ αυτούς στις σχετικές διαταχθείσες έρευνες μου είπαν ότι είχα απόλυτο δίκαιο. Το μόνο που τους προβλημάτιζε ήταν γιατί να παρανομήσουν οι καταγγελθέντες με τις ως άνω αναφορές μου δικαστές.

Πιστός στις ως άνω πεποιθήσεις μου, όχι μόνο δεν διανοήθηκα την οποιαδήποτε δημοσιοποίηση αυτών των αναφορών, που είχαν γενικότερη σημασία ως προς την οργάνωση της διαδικασίας της απονομής της Δικαιοσύνης στο Ειρηνοδικείο, Πρωτοδικείο και Εισαγγελία Ηρακλείου, αλλά δεν τις γνωστοποίησα, ακόμη μέχρι και σήμερα, ούτε στο στενότερο οικογενειακό μου περιβάλλον!
Ήδη από τα έτη 1998, 1999, χειριζόμενος το ποινικό μέρος μιας αξιόλογης αστικής υπόθεσης, αντιλήφθηκα τι σημαίνει να μην εφαρμόζονται από δόλο μιας πλειάδας εισαγγελικών και δικαστικών λειτουργών του Πρωτοδικείου Ηρακλείου και του Εφετείου Κρήτης οι στοιχειώδεις διατάξεις του Ποινικού Δικαίου και της Ποινικής Δικονομίας. Τότε μόνο κατάλαβα τις επιγραμματικές ρήσεις του Δημήτρη Τσάτσου για την πρώτιστη αξία του αγαθού της Δικαιοσύνης. «Η έννοια της δικαιοσύνης, το πιο βαθύ νόημα, γίνεται αισθητό την ώρα που παραβιάζεται». «Ο άνθρωπος περνά στην επίγνωση του δικαίου την ώρα που η παραβίαση του γίνεται προσωπικό βίωμα». Τότε μόνο άρχισα να υποψιάζομαι ότι οι μεγάλες παρανομίες των ως άνω εισαγγελικών λειτουργών κ.λπ. δεν μπορεί να είναι τυχαίες. Γι’ αυτό με τη χρονολογία 3 Μαρτίου του έτους 2000 μηνυτήρια αναφορά μου προς τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου εζήτησα την ποινική δίωξη των Δέσποινας Καλαϊτζίδου, Ελένης Παπανικολοπούλου, Αντιεισαγγελέων του Πρωτοδικείου Ηρακλείου, Νικολάου Τζουλάκη, Αντεισαγγελέα εφετών Κρήτης κ.λπ. για κατάχρηση εξουσίας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 239 και παράβαση καθήκοντος δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 259 του Ποινικού Κώδικα. Αυτοί οι κύριοι εν γνώσει τους με τις παράνομες εισαγγελικές προτάσεις και διατάξεις τους άνοιξαν διάπλατα τις πόρτες της φοροδιαφυγής σε δεκάδες χιλιάδες Έλληνες φοροφυγάδες.

Ακόμη μέχρι και αυτή τη χρονολογία επίστευα ότι με τις σιωπηλές νόμιμες αντιδράσεις θα θεραπευόντουσαν οι οποιεσδήποτε εκτροπές εμφανιζόντουσαν από πλευράς ορισμένων δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών.

Μόνο όταν, περί τα μέσα Απριλίου του περασμένου έτους, διάβασα, κατόπιν συστάσεως του καλού φίλου το κ. Κων/νου Σταματάκη, το βιβλίο του κ. Τάκη Κωνσταντινόπουλου «Η Δικαιοσύνη στο Σκαμνί», τον οποίο έχομε απόψε κοντά μας και ο οποίος μου έκανε την τιμή να παρουσιάσω σήμερα ενώπιον σας τούτο το βιβλίο του, κατανόησα σ’ ένα μεγάλο βαθμό ποια είναι η πραγματική κατάσταση σήμερα στο χώρο της Ελληνικής Δικαιοσύνης και ποιες είναι οι ηθικές και νομικές υποχρεώσεις όσων την υπηρετούν, τις οποίες, μετά την παρουσίαση αυτού του βιβλίου και του άνδρα που το έγραψε, με λίγα λόγια θα εκθέσω.

Έχοντας διαβάσει προσεκτικά, και με σημειώσεις το βιβλίο του κ. Τάκη Κωνσταντινόπουλου, αντιλήφθηκα ότι για να προχωρήσει σε μια τόσο εκτεταμένη και σε βάθος έρευνα στο χώρο του σώματος των Ελλήνων εισαγγελικών και δικαστικών λειτουργών θα έπρεπε να διακατέχεται από μια μεγάλη πίστη προς την ιδέα της Δικαιοσύνης και να έχει προηγουμένως συλλάβει και συνειδητοποιήσει πως οι παρεκτροπές και οι παρανομίες των εισαγγελέων στην Πάτρα και στην ευρύτερη περιοχή όπου ζει και εργάζεται, δεν αποτελούν τυχαία και μεμονωμένα περιστατικά αλλά είναι μερικά από τα ορατά σημάδια της βαθμιαίας σύγχρονης διαφθοράς στο σώμα των λειτουργών της Θέμιδος σ’ όλη την Επικράτεια.

Έτσι, μετά από πολύχρονη κοπιαστική και σκληρή έρευνα, για να χρησιμοποιήσω τα δικά του λόγια, και παρά το ότι άκουσε πολλές φορές να του λένε «Αυτός έχει ισχυρές διασυνδέσεις και δεν πρόκειται να του συμβεί τίποτα» ή «δεν πρόκειται να βρεις άκρη, γιατί όλα έχουν οργανωθεί κατά τρόπο αριστοτεχνικό και νομιμοφανή» επέτυχε να συγκεντρώσει μεγάλο αριθμό αποδεικτικών στοιχείων που αποκάλυπταν τη διαφθορά πολλών εισαγγελικών και δικαστικών λειτουργών. Αυτό ήταν το πρώτο μεγάλο βήμα του.

Το δεύτερο και πλέον αποφασιστικό ήταν η απόφασή του για την συγγραφή του υπό παρουσίαση βιβλίου του. Έτσι, παρά τα επιχειρήματα που επιστράτευσαν οι δικηγόροι, στους οποίους γνωστοποίηση αυτή την πρόθεσή του, για να τον αποθαρρύνουν, όπως «όλα αυτά λέγονται, αλλά δεν γράφονται» ή «κοίτα τη δουλειά σου γιατί τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει», και άλλα αυτής της ποιότητας, που δυστυχώς μαρτυρούν τον μοιρολατρικό χαρακτήρα της συντριπτικής πλειοψηφίας των δικηγόρων σε ολόκληρη την Ελλάδα, αυτά δεν έπιασαν τόπο. Και δεν έπιασαν τόπο γιατί υπερίσχυσε το καθήκον, που απορρέει από τη συνείδησή του ως ανθρώπου και δημοσιογράφου, το οποίο είναι το εξής, όπως το διατυπώνει στο βιβλίο του: «Ως δημοσιογράφος, έχω υποχρέωση να ερευνώ πίσω από την ωραιοποιημένη βιτρίνα, γιατί ακριβώς εκεί κρύβεται η πραγματική αλήθεια. Στη βιτρίνα παρουσιάζεται συνήθως η αδικία με το καμουφλάζ της νομιμοφάνειας. Αν, όπως λένε, ηθοποιός σημαίνει φως, σωστό δημοσιογράφος σημαίνει «όλα στο φως»».

Αυτό το βιβλίο του Τάκη Κωνσταντινόπουλου είναι αποκαλυπτικό και συγκλονιστικό. Αποκαλυπτικό γιατί με αδιάσειστα στοιχεία έφερε στο φως της δημοσιότητας την σκοτεινή πλευρά, δηλαδή τη διαφθορά και την υπηρεσιακή ανεπάρκεια που επικρατεί σε ορισμένους κύκλους των εισαγγελικών και δικαστικών Λειτουργών. Ήδη γνωρίζουμε πως μόνο για είκοσι από τις διακόσιες ύποπτες δικαστικές αποφάσεις που ελέγχθηκαν στα πλαίσια της έρευνας του αείμνηστου Ανδρέα Φλούδα, αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, επιβλήθηκαν πειθαρχικές ποινές στους συγκεκριμένους δικαστές που τις εξέδωσαν. Πολλές από τις διακόσιες αυτές ύποπτες αποφάσεις αναφέρονται στη σκανδαλώδη μεταχείριση εμπόρων ναρκωτικών, οι οποίες είχαν εκδοθεί από τα αρμόδια Δικαστήρια της Θεσσαλονίκης, Πάτρας, Ναυπλίου, Χανίων, Τρικάλων, Βόλου, Κομοτηνής και του Πειραιά. Άλλες παράνομες αποφάσεις, που εντοπίστηκαν στο πόρισμα του Ανδρέα Φλούδα, αφορούν λαθρεμπόρους, κατηγορούμενους για απάτη και άλλα αδικήματα, οι οποίοι είτε δικάστηκαν και αθωώθηκαν, είτε τους επιβλήθηκαν μικρές ποινές. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις είναι των λαθρεμπόρων Ε. Μαυρόπουλου και Χ. Θωμαΐδη, Γ. Ζέρβα, Σ. Φέσσα, Χ. Γκούντα, Αντ. Χατζηαντωνιάδη, που όλοι τους απηλλάγησαν από το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης χωρίς αιτιολογία. Εντυπωσιακές χαρακτηρίζονται στο πόρισμα του Ανδρέα Φλούδα οι αποφάσεις για τις αποφυλακίσεις του Α. Κεφάλα και του μεγαλέμπορου ναρκωτικών Άντεμ Χουσεΐνογλου. Τελικά από τους δεκάδες δικαστές και Εισαγγελείς, για τους οποίους προέκυψαν επιβαρυντικά στοιχεία, σε ελάχιστους επιβλήθηκαν μικρές πειθαρχικές ποινές.

Ποιοι τώρα είναι οι δικαστές και εισαγγελικοί λειτουργοί, σύμφωνα με τα στοιχεία που συνέλεξε ο Τ. Κωνσταντινόπουλος, στους οποίους επιβλήθηκαν πειθαρχικές ποινές και φυλακίσεις κατόπιν ασκηθησών ποινικών διώξεων σε βάρος τους.

1) Στον Δημήτριο Μπαβαρέζο, πρώην Πρόεδρο Εφετών, επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης δύο ετών για τις άνομες σχέσεις του με απατεώνα. Λόγω της υποβολής παραίτησής του ο Μπαβαρέζος απέφυγε την πειθαρχική δίωξή του.
2) Στον Στ. Μαυρόπουλο, πρώην προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πειραιώς, το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο επέβαλε πειθαρχική ποινή αργίας έξι (6) μηνών για παρεμβάσεις του στο στάδιο της ανάκρισης καθώς και για την ομολογία του ότι ήταν φοροφυγάς.
3) Στον Αιμ. Ανδρεάδη, Πταισματοδίκη, ασκήθηκε ποινική δίωξη για απάτη σε βάρος του Δημοσίου, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια, υπεξαίρεση στην υπηρεσία με ιδιαίτερα τεχνάσματα και ψευδή βεβαίωση κατ’ εξακολούθηση.
Ο Ανδρεάδης ήδη με απόφαση της Πειθαρχικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, απολύθηκε οριστικά από το Δικαστικό Σώμα και πρόσφατα καταδικάστηκε πρωτοδίκως σε ποινή κάθειρξης εννέα ετών. Άλλοι Δικαστές, οι οποίοι απολύθηκαν από το Δικαστικό Σώμα είναι μια Πρωτοδίκης, που υπηρετούσε στην Καστοριά, λόγω σωρείας υποθέσεων που παρέμεναν στο γραφείο της με αποτέλεσμα να επέλθει σε αρκετές περιπτώσεις η παραγραφή των αδικημάτων, και ένας Δικαστικός Λειτουργός, που υπηρετούσε στην Κοζάνη και όπως αποδείχθηκα, είχε δωροδοκηθεί με ποσό 50.000δρχ.
4) Άλλοι Εισαγγελικοί λειτουργοί που απολύθηκαν από το Δικαστικό Σώμα είναι οι εξής:
5) α) Ένας Αντεισαγγελέας στα Γιαννιτσά, που αποκαλύφθηκε ότι συναλλασσόταν, με το αζημίωτο, με κύκλωμα τοκογλύφων, β) ένας Εισαγγελέας από τις Σέρρες, επειδή είχε εξαφανίσει δεκάδες δικογραφίες από την Εισαγγελία Θεσσαλονίκης, όταν υπηρετούσε εκεί ως Αντιεισαγγελέας, γ) Άλλος Εισαγγελέας απολύθηκε μετά από καταγγελία ότι ήταν χαρτοπαίκτης και κρατούσε κλειδωμένες στο συρτάρι του διακόσιες δικογραφίες, στις οποίες εμπλέκονταν άτομα που τον εκβίαζαν και στα οποία χρωστούσε χρήματα από ληφθέντα δάνεια που του έκαναν όταν έχανε στα χαρτιά, δ) Ο Εισαγγελέας Ιωάννης Κούλης αποπέμφθηκε από το Δικαστικό Σώμα επειδή οι παρέες του ήσαν κάτι παραπάνω από ύποπτες και οι συναναστροφές του με παράνομους συχνές.
6) Ο Κων/νος Ανδρουτσόπουλος Αρεοπαγίτης συνέταξε και χρησιμοποίησε πλαστή διαθήκη από κοινού με άλλα πρόσωπα με σκοπό να προσποριστεί περιουσιακό όφελος. Τέθηκε σε προσωρινή αργία και ήδη εκδόθηκε το με αριθ. 2166/1999 Βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών με το οποίο παραπέμφθηκε μαζί με άλλα τρία πρόσωπα για τα ως άνω αδικήματα που κατηγορείται ότι διέπραξε.

Ο Τ. Κωνσταντινόπουλος αναφέρεται στις σελίδες 101 έως 176 του βιβλίου του στο ιστορικό των μεγάλων παρανομιών του Δημητρίου Χριστόπουλου, πρώην Αντιεισαγγελέα Εφετών. Αποπέμφθηκε τον Μάιο του 1998 από το Δικαστικό Σώμα και ήδη αντιμετωπίζει τις ποινικές συνέπειες των παρανόμων πράξεών του στα Ποινικά Δικαστήρια. Πρόσφατα καταδικάσθηκε Πρωτοδίκως σε ποινή φυλάκισης τριών ετών. Ακόμη μεγάλη εντύπωση προξενούν στον αναγνώστη οι υποθέσεις των συμπολιτών μας Ανδρέα Μαρκάκη και Κων/νου Σταματάκη στα αρμόδια Δικαστήρια του Ηρακλείου και των Χανίων. Σε προφορική ανάπτυξη της υπόθεσης του Ανδρέα Μαρκάκη στον αείμνηστο Δημήτριο Τζεβά, Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που έγινε στα Χανιά φέρεται ότι ο Δημήτριος Τζεβάς του είπε: «Σας ζητώ συγγνώμη για λογαριασμό της ελληνικής δικαιοσύνης». Ως προς τον Κων/νο Σταματάκη, για να αποβάλει τον μισθωτή του από ένα ακίνητο του έκανε ένα μαραθώνιο δικαστικό αγώνα που κράτησε δέκα (10) έτη περίπου και του κόστισε πλέον των είκοσι εκατομμυρίων (20.000.000) δρχ. Όπως ο ίδιος ισχυρίζεται, είχε να αντιμετωπίσει τους ψευδομάρτυρες και τη «δολιότητα» των Δικαστών που χειρίστηκαν την υπόθεσή του. Το ιστορικό των δύο υποθέσεων Ανδρέα Μαρκάκη και Κων/νου Σταματάκη αναφέρεται στις σελίδες 207 έως 239 του βιβλίου του Τ. Κωνσταντινόπουλου. Το συμπέρασμα που προκύπτει από τα ως άνω εκτεθέντα, και από άλλα νεώτερα στοιχεία που έχουν δημοσιευθεί για παρανομίες εισαγγελικών λειτουργών, σε έγκυρες αθηναϊκές εφημερίδες, το οποίο προσυπογράφω, διατυπώνεται σε δύο παραγράφους του βιβλίου του Τ. Κωνσταντινόπουλου. Το περιεχόμενό τους είναι το εξής: «η διαφθορά στη Δικαιοσύνη δεν είναι απλώς υπαρκτή, αλλά και εκτεταμένη. Αυτό επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία, που παρατίθενται σ’ αυτό το βιβλίο. Χωρίς αυτό να θεωρηθεί υπερβολή, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί, ότι στις μέρες μας το επίπεδο απονομής της δικαιοσύνης δεν απέχει από εκείνο που περιγράφει ο προφήτης Ησαΐας… «ως ράκος αποκαθημένης πάσα η δικαιοσύνη ημών» (κεφ. 64,στιχ. 6). Διαφθορά υπάρχει, γιατί υπάρχουν διεφθαρμένοι δικαστές. Το πρόβλημα δεν είναι ο ιερός θεσμός της Δικαιοσύνης, αλλά οι άνθρωποι που τον υπηρετούν, δηλαδή οι δικαστές».
Ποια είναι τώρα η μεγάλη υπηρεσία του Τάκη Κωνσταντινόπουλου και του βιβλίου του «Η Δικαιοσύνη στο Σκαμνί» στο θεσμό της Δικαιοσύνης και στο έθνος γενικότερα. Είναι ίσως ο πρώτος πολίτης στη χώρα μας, που υποψιάσθηκε την τόσο μεγάλη έκταση της διαφθοράς που επικρατεί στο χώρο της Δικαιοσύνης. Και είναι πάντως ο πρώτος πολίτης που ασχολήθηκε τόσο συστηματικά και υπεύθυνα για την αποκάλυψή της. Ακόμη είναι από τους πρώτους πολίτες που κατάλαβε, πως για να καταπολεμηθεί αυτό το απαράδεκτο φαινόμενο είναι απαραίτητη και η σχετική δημοσιοποίησή της.

Ήδη, με το ως άνω έργο που έδειξε σε όλους μας πως αν τα καρκινώματα, που δρουν στο χώρο της δικαιοσύνης δεν αποκαλυφθούν από τους δικηγόρους και τους πολίτες, που έχουν καταστεί θύματα των επιόρκων εισαγγελικών και δικαστικών λειτουργών και δεν δημοσιοποιηθούν, είναι πολύ δύσκολη, αν όχι αδύνατη, η εξουδετέρωσή τους από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα του Αρείου Πάγου. Κατά την ταπεινή γνώμη μου, ένας τρόπος για να επιταχυνθεί η αποκάλυψη των επιόρκων εισαγγελικών λειτουργών και δικαστών, που δρουν κατά τρόπο εξευτελιστικό για το θεσμό της ελληνικής Δικαιοσύνης είναι να ενεργοποιηθούν όλοι οι δικηγορικοί Σύλλογοι του κράτους. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 199 του Κώδικα περί δικηγόρων, υποχρεούνται να διατυπώνουν παρατηρήσεις και κρίσεις ως προς την απονομή της δικαιοσύνης. Επίσης να συζητούν και να αποφασίζουν περί παντός ζητήματος ενδιαφέροντος το Δικηγορικό Σώμα ή τα μέλη του Συλλόγου ως τοιαύτα ή ως επαγγελματική τάξη και επί παντός γενικότερου ζητήματος Εθνικού ή Κοινωνικού περιεχομένου. Πρακτικά, κατά τη γνώμη μου, αυτή η νομική υποχρέωσή τους υλοποιείται με το να εκδώσουν και να δημοσιεύσουν σχετικές ανακοινώσεις τους με τις οποίες να κληθούν όσοι δικηγόροι και πολίτες έχουν καταστεί θύματα των επιόρκων δικαστών και εισαγγελέων να προσκομίσουν τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία που έχουν σε βάρος τους. Και αφού γίνει η σχετική επεξεργασία αυτών των καταγγελιών, όσες θεωρηθούν βάσιμες από τα διοικητικά Συμβούλια των Δικηγορικών Συλλόγων, να διαβιβαστούν στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για περαιτέρω έρευνα. Είναι, και πάλι κατά την ταπεινή γνώμη μου, ο μόνος πρακτικός και υπεύθυνος τρόπος για να επιλυθεί, χωρίς χρονοτριβή, αυτό το μεγάλο πρόβλημα που ταλανίζει την Ελληνική Δικαιοσύνη.

Τέλος, πιστεύω πως η μεγάλη πλειοψηφία των εντίμων Εισαγγελικών και Δικαστικών Λειτουργών θα ικανοποιηθεί από τη λήψη της ως άνω προτεινόμενης απόφασης από τα Διοικητικά Συμβούλια των Δικηγορικών Συλλόγων του Κράτους, που άλλωστε είναι νομική υποχρέωσή τους, να επιληφθούν υπεύθυνα για την αποβολή όποιων καρκινωμάτων δρουν ακόμη στο χώρο της Ελληνικής Δικαιοσύνης, ώστε να μη πλανώνται πλέον βάσιμες υποψίες σε βάρος του θεσμού της απονομής της Ελληνικής Δικαιοσύνη.

 ==========================
 "O σιωπών δοκεί συναινείν"


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου